Πού πηγαίνει η Ελλάδα;
Ό,τι είναι εθνικό μετατρέπεται σε πολιτικό. Ό,τι είναι πολιτικό μεταβάλλεται σε κομματικό. Και ό,τι είναι κομματικό μεταμορφώνεται σε προσωπικό. Αυτή είναι η οδυνηρή αλληλουχία που συνιστά μία από τις μεγαλύτερες ελληνικές παθογένειες, ριζωμένη δυστυχώς τρίσβαθα στη χώρα μας από την εποχή των πρώτων επαναστατικών χρόνων του ’21. Ίσως αυτή η εγγενής παθογένεια να είναι από συστάσεως του ελληνικού κράτους η κύρια αιτία που ποτέ αυτή η τρισεύγενη πατρίδα δεν απέκτησε την ανεξαρτησία της ή έστω τη θέση εκείνη που της αναλογούσε στη σύγχρονη Ιστορία, ένεκα των οικουμενικών πολιτιστικών καταβολών και των θυσιαστικών αγώνων της.
Ετούτη την τρισκατάρατη παθογένεια βιώνει και σήμερα ο τόπος με την προκήρυξη των εκλογών. Ένα κατ’ εξοχήν εθνικό θέμα όπως είναι η διάσωση της Ελλάδος μέσα από την οικονομική της χρεοκοπία (στην ουσία χρεοκοπία των αξιών της), το οποίο απαιτεί πανεθνική έγερση και εθνική συνεννόηση, μετατράπηκε από τον τ. πρωθυπουργό της χώρας, με τις πρόωρες εκλογές που αποφάσισε, σε αποκλειστική υπόθεση πολιτικής επιβίωσης του ιδίου και του κυβερνώντος κόμματός του. Η ήδη ποικιλοτρόπως τραυματισμένη Δημοκρατία πέφτει ακόμη χαμηλότερα στα μάτια του μέσου και σοβαρού πολίτη όταν διαπιστώνεται ότι οι εκλογές διεξάγονται με το φτηνό κίνητρο του ξεκαθαρίσματος εσωτερικών κομματικών λογαριασμών. Και ετούτο, σε μια κρίσιμη έως τραγική συγκυρία όπου η Ελλάδα και η κοινωνία των πολιτών δεν έχουν άλλο πλέον την πολυτέλεια της απώλειας χρόνου και κάθε λεπτό και κάθε μέρα που περνούν άπραγα επισπεύδουν απλώς τον θάνατό τους…
Όμως δεν είναι η πρώτη φορά που ο πολιτικός κόσμος της χώρας, κατακυριευμένος από μια άρρωστη εξουσιομανία, καταφεύγει σε εκλογές με κομματικά ή προσωπικά κίνητρα. Δυστυχώς, εδώ και χρόνια, κανείς από τους πολιτικούς «ηγήτορες» δεν ακούει τη φωνή της πατρίδας, που η δυστυχής καλεί απεγνωσμένα σε βοήθεια, εκλιπαρώντας όλα τα παιδιά της να την υπερασπιστούν από κοινού. Αντί του εθνικού προσκλητηρίου που επιβαλλόταν να κηρύξει ο τ. πρωθυπουργός κ. Τσίπρας, την επομένη των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου ή, έστω την επομένη της συμφωνίας της 12ης Ιουλίου, αφού προηγουμένως ζητούσε από τον ελληνικό λαό ένα ειλικρινές συγγνώμη για την κολοσσιαία μεταστροφή του (κυβίστηση), ευτελίζοντας την αξιοπιστία της Αριστεράς και έχοντας στείλει με το άφρον δημοψήφισμα τους δύσμοιρους συνταξιούχους στις «ουρές» των κλειστών τραπεζών, προτίμησε να πορευτεί στην κόψη του ξυραφιού με οτιδήποτε δεν συνέβαλε στο συμφέρον της χώρας και των πολιτών. Με αποκορύφωμα την πολιτική ακροβασία της προκήρυξης εκλογών. Εάν αισθανόταν αδύναμος να ελέγξει το κόμμα του ή εάν εκτιμούσε ότι απώλεσε τη δεδηλωμένη, θα έπρεπε, κάτω από τις τραγικές συνθήκες της οικονομίας, να θέσει υπεράνω όλων την Ελλάδα αναζητώντας λύση μέσα από τη σύνθεση της Βουλής που πρόσφατα διελύθη. Άλλωστε τέσσερα κοινοβουλευτικά κόμματα, ανάμεσά τους κι αυτό της μείζονος αντιπολιτεύσεως, του παρείχαν στήριξη σε μια σπάνια πράξη ευθύνης στα πολιτικά χρονικά του τόπου. Αυτή την ανέλπιστη ιστορική περίσταση, αφού την καρπώθηκε επ’ ολίγον, στο βαθμό που του ήταν χρήσιμη, την άφησε στη συνέχεια να γλιστρήσει μέσα από τα χέρια του, επιστρέφοντας τη χώρα στην αβεβαιότητα∙ σε πολλές δεκαετίες πίσω όπου δέσποζαν οι φτηνοί τακτικισμοί και οι μικροκομματικοί υπολογισμοί. Τόσο ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, όσο και η Ελλάδα βέβαια, έχασαν μια μοναδική ευκαιρία να συναντηθούν με την Ιστορία…
Ακυβέρνητη πολιτεία
Ουδείς, αντιλαμβάνεται (εκτός, ίσως, από ορισμένους εκ των πρωταγωνιστών του προσκηνίου ή του παρασκηνίου) ότι η Ελλάδα σπρώχνεται με όλα αυτά, και με τα όσα πρόκειται (ο μη γένοιτο) να επακολουθήσουν σε πλήρη οικονομική παραλυσία, σε ολοσχερή εξάρτηση και σε γεωπολιτική υποβάθμιση
Στους οκτώ μήνες με τις εθνικές εκλογές και το δημοψήφισμα, καθώς και με τις ατέρμονες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, η Ελλάδα με την κυβέρνηση των ετερόκλητων στρατηγικών που είχε, κατέστη στην ουσία μια ακυβέρνητη πολιτεία. Το αποτέλεσμα γνωστό. Η οικονομία με τον έλεγχο κεφαλαίων στις τράπεζες καταβαραθρώθηκε κάπου σε 40 δισεκατομμύρια ευρώ, εκατοντάδες επιχειρήσεις έκλεισαν, χιλιάδες νέοι οδηγήθηκαν στην ανεργία και ο λαός φορτώθηκε ένα τρίτο (ασήκωτο) Μνημόνιο∙ ένα Μνημόνιο χειρότερο από τα δύο προηγούμενα, τα οποία ο κ. Τσίπρας ως αρχηγός της μείζονος αντιπολιτεύσεως, ως φέρελπις πολιτικός και εν δυνάμει πρωθυπουργός, κατήγγειλε σε όλους τους οξείς τόνους. Ουδείς, ωστόσο, αντιλαμβάνεται (εκτός, ίσως, από ορισμένους εκ των πρωταγωνιστών του προσκηνίου ή του παρασκηνίου) ότι η Ελλάδα σπρώχνεται με όλα αυτά, και με τα όσα πρόκειται (ο μη γένοιτο) να επακολουθήσουν σε πλήρη οικονομική παραλυσία, σε ολοσχερή εξάρτηση και σε γεωπολιτική υποβάθμιση; Ότι οδηγείται ενδεχομένως ο Ελληνισμός σε νέα, ολοκληρωτική αυτή τη φορά, Άλωση; Ότι προδιαγράφεται η κατάλυση της κυριαρχικής ακεραιότητας της Ελλάδος και της Κύπρου;
Κοσμογονίες
«Κι ενώ προοιωνίζονται το «κλείσιμο» του Κυπριακού ζητήματος και του θέματος της ονομασίας των Σκοπίων, ο διαμοιρασμός του Αιγαίου και η μετατροπή της Θράκης και της Δυτικής Μακεδονίας σε «ουδέτερη» εμπορική ζώνη, η Ελλάδα ως μη έχουσα φαίνεται σοβαρά προβλήματα επιδίδεται χάρις αριστερής παιδιάς σε δημοψηφισματικές και εκλογικές αναμετρήσεις»
Στη Γηραιά Ήπειρο και στον πλανήτη ολόκληρο συντελούνται, αργά αλλά σταθερά, κοσμογονίες. Σε λίγα χρόνια τίποτε δεν θα είναι όπως σήμερα. Η λεγόμενη «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» ενδέχεται να καταρρεύσει. Θα καταστεί αμφίβολη η συνύπαρξη τόσων πολλών ευρωπαϊκών κρατών με τόσες αναμεταξύ τους διαφορές. Καμιά κοινή πολιτική δεν θα ικανοποιεί όλους τους εταίρους. Διαφορετικής δυναμικής οικονομίες δεν θα μπορούν να έχουν ένα κοινό νόμισμα, το «σκληρό» ευρώ. Οι εθνικισμοί θα επιστρέψουν δριμύτεροι. Σε όλο αυτό το πλάνο, εάν προστεθεί το σχέδιο των ΗΠΑ περί οικονομικής καθυπόταξης της Ρωσίας, ο καθείς αντιλαμβάνεται πόσο τελείως διαφορετικός θα είναι ο κόσμος μας. Ήδη, το Stratfor, το αμερικανικό ίδρυμα ερευνών (χρηματοδοτούμενο κατά τα θρυλούμενα και από μυστικές υπηρεσίες), ίσως η εγκυρότερη δεξαμενή σκέψης «think tank», σε έκθεσή του για την επόμενη δεκαετία κάνει λόγο για διαχωρισμό της Ευρώπης σε τέσσερα κομμάτια. Η Γερμανία θα είναι ο μεγάλος χαμένος και ο νέος «παίκτης» στο παιγνίδι της Ευρασίας θα είναι σύμφωνα με την έκθεση του Stratfor η Πολωνία, όπου μαζί με την Ουγγαρία και τη Ρουμανία θα θέσουν υπό την επιρροή τους τη Λευκορωσία και την Ουκρανία, ενώ στο βορρά η Δημοκρατία της Καρελίας θα «περάσει» στην επενέργεια της Φινλανδίας (πλήρης αποκλεισμός της Ρωσίας). Το κεντρικό θέατρο των επιχειρήσεων προς από νότο «εφόρμηση» στην Ουκρανία θα είναι ο Εύξεινος Πόντος. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι στην περίπτωση που υλοποιηθούν τα συγκεκριμένα σχέδια του Ατλαντισμού περί παγκόσμιας επικυριαρχίας ο μεγάλος σύμμαχος των ΗΠΑ θα είναι η Τουρκία. Φυσικά όχι άνευ ανταλλαγμάτων. Αμφιβάλλει κανείς ότι το «δώρο» που θα ζητήσει η γειτονική χώρα ως περιφερειακή δύναμη θα είναι η «δορυφοροποίηση» περί τον εαυτόν της τής Κύπρου και της Βαλκανικής Χερσονήσου, ιδίως της Ελλάδος (πόσω μάλλον εάν είναι σε κατάσταση πλήρους οικονομικής εξαντλήσεως και μειωμένης γεωπολιτικής αξίας);
Κι ενώ προοιωνίζονται (κατά τα σχέδια – σενάρια) το «κλείσιμο» του Κυπριακού ζητήματος και του θέματος της ονομασίας των Σκοπίων σε βάρος των συμφερόντων του Ελληνισμού, ο διαμερισμός στο Αιγαίο και η μετατροπή της Θράκης και της Δυτικής Μακεδονίας σε «ουδέτερη» εμπορική ζώνη, προς όφελος των συμφερόντων του «μουσουλμανικού τόξου», η Ελλάδα ως μη έχουσα φαίνεται σοβαρά προβλήματα –μ’ ένα μεταναστευτικό κι ένα δημογραφικό πρόβλημα να της κατατρώγει τις σάρκες της, επιδίδεται χάριν αριστερής παιδιάς σε δημοψηφισματικές και εκλογικές αναμετρήσεις (τρις τον χρόνο)…
Ο Ατλαντισμός
«Στην Αριστερά και στον κ. Τσίπρα, η σιδηρούς οικονομικά Γερμανία και ο πανίσχυρος Ατλαντισμός βρήκαν τον πολιτικό χώρο και τον άνθρωπο μέσω των οποίων θα διεκπεραιώσουν με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα τους στην Ευρώπη, στην Βαλκανική και στη ΝΑ Μεσόγειο»
Ας προσεχθεί και μία άλλη παράμετρος. Επί κυβερνήσεως του κ. Τσίπρα ο Ατλαντισμός, ο οποίος τα τελευταία χρόνια είχε «περιθωριοποιηθεί» (με εξαίρεση την περίοδο της πρωθυπουργίας του κ. Γ. Παπανδρέου), επανήλθε κατόπιν «προσκλήσεως» δριμύτερος στον ελλαδικό χώρο. Η συμφωνία της 12ης Ιουλίου με τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές επετεύχθη κατόπιν δραστικής παρεμβάσεως του αμερικανικού παράγοντα. Είναι γνωστές οι πολυάριθμες τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχαν προηγηθεί μεταξύ του Έλληνα πρωθυπουργού με τον πρόεδρο και τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, σήμερα, η πρώην «άσπονδη» εχθρός του ΣΥΡΙΖΑ, η Γερμανίδα καγκελάριος κυρία Μέρκελ, δηλώνει για τις επικείμενες εκλογές που αποφάσισε ο κ. Τσίπρας ότι είναι μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος∙ σε μια εποχή που η ίδια επισκέπτεται τα δυτικά Βαλκάνια και οργανώνει Διασκέψεις στις οποίες δεν προσκαλείται η Ελλάδα.
Τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά; Με μία τελείως πρώτη προσέγγιση, αυτό που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι στην Αριστερά και στον κ. Τσίπρα, η παντοδύναμη οικονομικά Γερμανία και ο πανίσχυρος Ατλαντισμός βρήκαν (για διαφορετικούς λόγους η κάθε μία πλευρά) τον πολιτικό χώρο και τον άνθρωπο μέσω των οποίων θα διεκπεραιώσουν με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντά τους στην Ευρώπη, στη Βαλκανική και στη ΝΑ Μεσόγειο.
Ας μη διαφεύγει της προσοχής, κι αυτό είναι αποδεδειγμένο, ότι το πολιτικό χαλί κάτω από τα πόδια του πρώην πρωθυπουργού κ. Σαμαρά τράβηξε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τη εγκρίσει της καγκελαρίου κυρίας Άνγκελα Μέρκελ. Οι δύο πρόσκαιροι ηγεμόνες της Ευρώπης κωλυσιεργούσαν την τελευταία αξιολόγηση και την εκταμίευση της ανάλογης δόσης προς την Ελλάδα, και τη συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους, καθώς δεν ήθελαν μέσω του κ. Σαμαρά να «προικοδοτήσουν» τον επερχόμενο στην εξουσία κ. Τσίπρα. Θέλοντας να καταστήσουν τον τελευταίο ως πρωθυπουργό, όμηρο στη συνέχιση των διαπραγματεύσεων και από τη δυσχερή θέση όπου θα ευρίσκετο να του επέβαλλαν τους όρους τους και ένα βαρύτερο Μνημόνιο. Όπερ και εγένετο…
Ιστορική ευκαιρία
Η άκαιρη και επιζήμια για τη χώρα εκλογική αναμέτρηση που αποφάσισε o κ. Τσίπρας ενέχει ωστόσο κι ένα - δυο θετικά στοιχεία
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Τσίπρας απ’ ό,τι φαίνεται έχασε μια μεγάλη ευκαιρία να συναντηθεί με την Ιστορία, εάν ως πρωθυπουργός κήρυσσε «εθνική πανστρατιά». Δεν είναι και τόσο φανερό, όπως πολλοί διατείνονται, ότι πρόκειται περί χαρισματικού ηγέτη∙ ωστόσο προηγείται παρασάγγας από πολλούς του ενυπάρχοντος πολιτικού κόσμου. Ενδεχομένως να ήταν (και να είναι;) ο μόνος κατάλληλος, ως ο λιγότερο διαπλεκόμενος με το σύστημα συμφερόντων, να αναμετρηθεί με τη φοροδιαφυγή και να βάλει τέρμα στο πελατειακό σύστημα∙ να βάλει όρους και κανόνες σε επί σειρά ετών ανεξέλεγκτες οικονομικές ελίτ. Όμως κινήθηκε με κομματικούς και ιδεοληπτικούς όρους του χθες, και κυρίως –κατά πλειονότητα- με έναν εσμό συντρόφων – υπουργών του τελείως αστοιχείωτων, με μοναδικό στοιχείο «προοδευτικότητας» τις μαρξιστικές θεωρήσεις και τις ιδιαίτερες ενδυματολογικές προτιμήσεις τους, ευτελίζοντας στην ουσία θεσμούς και αξιώματα ρίχνοντας τον δείκτη της σοβαρότητας, της ευπρέπειας και της αισθητικής στο απόλυτο μηδέν.
Αν και το πολιτικό του κεφάλαιο δεν πρέπει να θεωρείται εξαντλημένο, χωρίς ικανούς συνεργάτες και μ’ ένα βαρύτατο Μνημόνιο φορτωμένο στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων, είναι δύσκολο να κυριαρχήσει. Τουλάχιστον μόνος του. Η άκαιρη και επιζήμια για τη χώρα εκλογική αναμέτρηση που αποφάσισε ενέχει ωστόσο κι ένα - δυο θετικά στοιχεία. Διά των αποκλεισμών στις λίστες και με τη δημιουργία της Λαϊκής Ενότητας του κ. Λαφαζάνη, θα αποκαθαίρει το κόμμα του από τα μουσειακά κειμήλια του λενινισμού, ώστε κεφαλαιοποιώντας ο ίδιος ένα σημαντικό ποσοστό στο εκλογικό σώμα (μικρότερο από το τελείως περιστασιακό αποτέλεσμα του 36,5% του περασμένου Ιανουαρίου) να ελπίσει στη συνέχεια να διαδραματίσει ένα σοβαρό ρόλο στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας. Άλλωστε ο κ. Τσίπρας είναι αρκετά νέος για να θυσιάσει το μέλλον του στις πολυκαιρισμένες ιδέες του υπέργηρου συντρόφου του κ. Μανώλη Γλέζου και του κατά είκοσι δύο έτη μεγαλυτέρου του κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη. Και ο χώρος που θα διεκδικήσει λογικά ο κ. Τσίπρας είναι αυτός της σοσιαλδημοκρατίας.
Η Νέα Δημοκρατία
«Το πρόβλημα της ΝΔ είναι βαθύτερο. Αποστεωμένη και αποδυναμωμένη από τους συνεχείς ιδεολογικούς μετεωρισμούς της, χωρίς διανοούμενους στις τάξεις της, με ελάχιστη πρόσβαση – διείσδυση στον πνευματικό χώρο και χωρίς αξιόπιστο εκδοτικό μηχανισμό στη διάδοση των ιδεών, το αφήγημα της στη κοινωνία φτάνει τελείως ατροφικό»
Από την άλλη πλευρά η ΝΔ είναι ένας «πολυτραυματισμένος» κομματικός μηχανισμός. Όχι άδικα, αν και δικαιώθηκε σ’ ένα μεγάλο βαθμό από τις εξελίξεις κατά την οκτάμηνη διακυβέρνηση της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ. Στη συνείδηση των ψηφοφόρων, μαζί με το ΠΑΣΟΚ, είναι τα κόμματα μιας σαραντάχρονης εξουσίας, από τη Μεταπολίτευση και εντεύθεν, που οδήγησαν την Ελλάδα στη χρεοκοπία και στα υποχρεωτικά Μνημόνια. Η ΝΔ, αν και είναι το περισσότερο φιλοευρωπαϊκό κόμμα, εκφράζει σήμερα στη βάση των εκλογέων το παλιό. Και δυστυχώς, κατ’ αντικειμενικούς παρατηρητές, πορεύεται και αντικρίζει το μέλλον της με τα παλιά έθη της, με τα πολυάριθμα «τζάκια» και τις «βαρωνίες» εντός του κόμματός της∙ με τους ανυπολόγιστους «συστημικούς» οικονομικούς υποστηρικτές…
Ίσως το πρόβλημα της ΝΔ να είναι βαθύτερο. Αποστεωμένη και αποδυναμωμένη από τους συνεχείς ιδεολογικούς μετεωρισμούς της, χωρίς διανοούμενους στις τάξεις της, με ελάχιστη πρόσβαση - διείσδυση στον πνευματικό χώρο και χωρίς αξιόπιστο εκδοτικό μηχανισμό στη διάδοση ιδεών, το αφήγημά της στην κοινωνία φτάνει τελείως ατροφικό. Χωρίς να ελκύει ευρύτερες μάζες, στη «μνημονιακή» τουλάχιστον Ελλάδα. Εάν κάποιος διαθέτει στοιχειώδη παιδεία και τύχει να συνομιλήσει με στελέχη της ΝΔ, πολύ εύκολα θα διαπιστώσει ότι –εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις- στερούνται βάθους, καλλιέργειας, γνώσεων και πληροφοριών, η δε πολιτική τους σκέψη είναι ισοδύναμη με αυτή αργόσχολων θαμώνων καφενείου. Θα έλεγε κανείς ότι η συντηρητική παράταξη, στα σαράντα χρόνια της Μεταπολιτεύσεως, ηττήθηκε κατά κράτος στο πεδίο των ιδεών. Όταν ο αστικός πολιτικός κόσμος διέθετε στο παρελθόν (προδικτατορικά ή μεταδικτατορικά) στις τάξεις του τους φιλοσόφους Παναγιώτη Κανελλόπουλο και Κωνσταντίνο Τσάτσο, τους ιστορικούς Σπύρο Μαρκεζίνη και Παναγιώτη Πιπινέλη και τον λογοτέχνη Ευάγγελο Αβέρωφ. Ευρύτερα δε, από τον Μεσοπόλεμο και από τη μεταπολεμική περίοδο, η ιδεολογία της αστικής – φιλελεύθερης - κεντροδεξιάς δημοκρατίας περιστοιχιζόταν από σειρά πνευματικών ανθρώπων τεράστιου διαμετρήματος, «αστράτευτων» μεν, αλλά δρώντων προσωπικοτήτων όπως οι Παλαμάς, Μυριβήλης, Βενέζης, Κόντογλου, Καραγάτσης, Σεφέρης, Ελύτης, Χατζιδάκις κ.ά.
Μεγάλος Συνασπισμός
«Το θετικό στοιχείο που εμπεριέχεται στη προκήρυξη των πρόωρων εκλογών, είναι ότι το αποτέλεσμα τους θα επιβάλει κοινές συνεργασίες κομμάτων στη διακυβέρνηση της χώρας. Πιθανότατα και ευρείες συνεργασίες, με ενδεχόμενο απότοκο την συγκρότηση του Μεγάλου Συνασπισμού (ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ)»
Το φαινόμενο της απαιδευσίας, βέβαια, είναι γενικότερο στην εποχή πνευματικής παρακμής που διανύει η Ελλάδα και αγγίζει λίγο έως πολύ ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Ακόμη και την Αριστερά, που άλλοτε είχε να επιδείξει αριστείς και μόνο αριστείς στην ελληνική γραμματεία. Δεν είναι τυχαίο ότι πλέον ελάχιστοι σοβαροί – σκεπτόμενοι πολίτες ενασχολούνται με τα κόμματα, εξ ου και η -διά γυμνού οφθαλμού- απίστευτη χαμηλή ποιότητα των βουλευτών στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Υπάρχουν, κατά πλειονότητα, οι κεντροαριστεροί ακηδείς βουλευτές της μαρξιστικής πόζας και καλοπέρασης, και οι κεντροδεξιοί βουλευτές του προσχήματος και του περισπούδαστου κενού λόγου. Η Αριστερά του «τίποτε» και η Δεξιά του «δήθεν» («la gauche caviar» – «a droit cafe»). Ένα δεύτερο θετικό στοιχείο που εμπεριέχεται στην προκήρυξη των πρόωρων εκλογών, αρκεί να αξιοποιηθεί, είναι ότι το αποτέλεσμά τους (οι εκλογείς) θα επιβάλει κοινές συνεργασίες κομμάτων στη διακυβέρνηση της χώρας. Πιθανότατα και ευρείες συνεργασίες, με ενδεχόμενο απότοκο τη συγκρότηση του «Μεγάλου Συνασπισμού»∙ κυβέρνηση με κορμό αποτελούμενο από τους δύο μεγαλύτερους κομματικούς σχηματισμούς, τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ. Θα είναι ίσως η πρώτη φορά που σε εθνική εκλογική αναμέτρηση ο κατακερματισμός των κομμάτων θα επιφέρει την «εθνική συνεννόηση». Εάν αυτή η προοπτική, για διάφορους προσωπικούς ή μικροκομματικούς λόγους, τορπιλιστεί, κυρίως από την Αριστερά, τότε η Ελλάδα ας ετοιμάζεται μάλλον για τα χειρότερα. Μια άλλη προοπτική, πιο ιδεώδης από την προηγούμενη, θα ήταν η νέα Βουλή που θα προκύψει από τις εκλογές να δώσει στήριξη σε μια κυβέρνηση αμιγώς τεχνοκρατών με βάθος τετραετίας. Η προοπτική ετούτη, αν και ιδεώδης, φαντάζει απίθανη να επισυμβεί, καθώς το ενυπάρχον πολιτικό προσωπικό, για ευνόητους λόγους, δεν έχει συνηθίσει να παραχωρεί ούτε μια σπιθαμή από τη νομοθετική και εκτελεστική εξουσία του.
Σχέδιο - Περεστρόικα
«Η Ελλάδα είναι σήμερα μια κατεστραμμένη χώρα με χιλιάδες ανέργους, έχοντας απωλέσει το 25% του εθνικού της πλούτου, συναγωνιζόμενη σε εξαθλίωση τη Γερμανία του Μεσοπολέμου, η οποία προηγουμένως είχε αιματοκυλήσει την Ευρώπη με 10.000.000 νεκρούς»
Επιβάλλεται μεταξύ του πολιτικού κόσμου και της κοινωνίας των πολιτών να κατανοηθεί απαραιτήτως το μέγεθος του προβλήματος, διότι πολλοί εξακολουθούν να προσβλέπουν σε επιστροφή εποχών «παχιών αγελάδων», ότι η Ελλάδα το 2010 θυσιάστηκε για να σωθεί η Ευρωζώνη και σήμερα είναι μια κατεστραμμένη χώρα με χιλιάδες ανέργους, έχοντας απωλέσει το 25% του εθνικού της πλούτου, συναγωνιζόμενη σε εξαθλίωση τη Γερμανία του Μεσοπολέμου (που προηγουμένως, όμως, είχε αιματοκυλήσει την Ευρώπη με 10.000.000 νεκρούς). Ακόμη, ότι, με τα υπάρχοντα οικονομικά δεδομένα, η προοπτική στο άμεσο μέλλον είναι μόνο δυσοίωνη. Η οικονομία της Ελλάδος θα είναι συνεχώς επιδεινούμενη∙ υφεσιακή, αντιπαραγωγική και αντιεπενδυτική με τη μεγάλη φορολόγηση και τον υψηλό ΦΠΑ που επιβάλλει το τρίτο Μνημόνιο. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΔΝΤ, τα επόμενα δύο έτη το δημόσιο χρέος θα διαμορφωθεί στο 200% του ΑΕΠ (το μεγαλύτερο χρέος χώρας σε ολόκληρο τον κόσμο), ενώ το 2022 θα βρίσκεται στο 170% του ΑΕΠ (αντί για 105% που εκτιμούσε ανάλογη έκθεση πριν από ένα χρόνο).
Τα προαναφερθέντα δεν υποδηλώνουν τόσο το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα, όσο τις ρηξικέλευθες και ταχύτατες δράσεις που πρέπει να αναληφθούν και την ομοφροσύνη που οφείλει να επιδείξει ο πολιτικός κόσμος της πατρίδας. Τα «εργαλεία» για τη διάσωση και τη σταδιακή ανασυγκρότηση της Ελλάδος υπάρχουν. Αυτό που δεν ενυπάρχει είναι το «μαγικό ραβδί» και ο χρόνος. Αυτό που υπάρχει και εμποδίζει είναι οι παγιωμένες ιδεοληπτικές αρτηριοσκληρύνσεις, μαρξιστικής υφής, αναφορικά στο κεφάλαιο «αποκρατικοποιήσεις – μεταρρυθμίσεις – επενδύσεις»∙ αγκυλώσεις οι οποίες διαπερνούν, λίγο έως πολύ, ολόκληρο το πολιτικό φάσμα της Ελλάδος, από την άκρα Αριστερά έως τα συντηρητικά και ακροδεξιά κόμματα. Συνεπώς οι δράσεις που θα πρέπει να αναληφθούν πάνω σε ένα εθνικό σχέδιο - περεστρόικα, καθώς επιβάλλεται να είναι άκρως ανατρεπτικές των υπαρχουσών δομών της οικονομίας και της κοινωνίας, θα πρέπει να τύχουν ευρύτατης πολιτικής αποδοχής και συναινέσεων. Έστω από το ενυπάρχον «ημιτελές» πολιτικό προσωπικό. Δυστυχώς αυτό το «υλικό» υπάρχει, και με αυτό οφείλεται να χτιστεί όσο πιο στέρεα γίνεται η συνέχεια. Το ενυπάρχον πολιτικό προσωπικό, μέχρι εμφανίσεως – παρουσιάσεως ικανότερου, σε μια διαρκή αναζήτηση της Δημοκρατίας, θα πρέπει να καταστεί αποδεκτό και να συμπορευτεί μαζί του η κοινωνία. Ισχνή κυβερνητική πλειοψηφία της τάξεως των 151 έως 170 βουλευτών (για παράδειγμα) δύσκολα θα μπορεί να προχωρήσει σε εφαρμογή διαρθρωτικών μέτρων (ιδίως αυτών που υπαγορεύονται από το τρίτο Μνημόνιο), καθώς θα υπονομεύονται, στη Βουλή και το «πεζοδρόμιο», από τα κόμματα των υπολοίπων 149 έως 130 βουλευτών.
Το σημείο μηδέν
«Μπροστά στις ανακατατάξεις, η Ελλάδα ευρισκόμενη στη διακεκαυμένη ζώνη μεταξύ Βαλκανικής και Α. Μεσογείου, δεν θα μείνει ανεπηρέαστη. Πόσω μάλλον με μία αποσαθρωμένη οικονομία, με μια αποσυντιθέμενη κοινωνία, με εξαθλιωμένο τουλάχιστον τα 2/3 του πληθυσμού της και με εκχωρημένο το δικαίωμα της κυριαρχίας της λόγω του υπερδανεισμού της»
Εάν η Ελλάδα από την επομένη των επικείμενων εθνικών εκλογών δεν βρει τον βηματισμό της, πάνω στο εθνικό σχέδιο – περεστρόικα, θα βρεθεί στο σημείο μηδέν. Πότε; Δύσκολο να προσδιοριστεί ο ακριβής χρόνος σ’ ένα πεδίο εν εξελίξει εσωτερικής αστάθειας και διεθνούς κινητικότητας. Δεν είναι όμως μακράν. Αλλά, θα ήταν λάθος να επιχειρηθεί με όρους του σήμερα, να προβλεφθεί το αύριο. Γιατί πολύ απλά το άμεσο μέλλον θα είναι άρδην αντίθετο από το παρόν. Οι μεταβλητές είναι πολλές. Ο ορυκτός πλούτος της γης και ιδίως της θάλασσας ενδεχομένως θα μετατοπίσει ή μετεγκαταστήσει τα κέντρα συμφερόντων. Κάποιες χώρες ίσως να καταστούν ισχυρότερες ή πιο αδύναμες από άλλες, ανατρέποντας σημερινές ισορροπίες. Το ίδιο θα συμβεί και με τους στρατιωτικούς συσχετισμούς. Η επελαύνουσα παγκοσμιοποίηση της οικονομίας ενδέχεται να επιβάλλει νέους όρους ή να επιφέρει ανατροπές. Η Δημοκρατία και η έννοια της λαϊκής ψήφου πιθανόν να έχουν φαλκιδευτεί σημαντικά απέναντι στη βούληση και τη δύναμη διεθνών δρώντων κυβερνώντων ή οργανισμών. Η ισλαμική τρομοκρατία, οι αναβιούντες εθνικισμοί και το παγκόσμιο μεταναστευτικό κύμα ίσως να επιφέρουν καθεστωτικές αλλαγές, ακόμη και αυτών των συνόρων.
Μπροστά στις πιθανολογούμενες ανακατατάξεις, η Ελλάδα, ευρισκόμενη στη διακεκαυμένη ζώνη μεταξύ Βαλκανικής και Α. Μεσογείου, δεν θα μείνει ανεπηρέαστη. Πόσω μάλλον με μια αποσαθρωμένη οικονομία, με μια αποσυντιθέμενη κοινωνία, με εξαθλιωμένα τουλάχιστον τα 2/3 του πληθυσμού της και με εκχωρημένο το δικαίωμα της κυριαρχίας της λόγω του υπερδανεισμού της. Αναπόφευκτα, λοιπόν, θα βρεθεί στο σημείο μηδέν.
Επανάσταση
«Η δημοκρατική επανάσταση θα επιφέρει πολιτειακές και πολιτικές αλλαγές. Το σημερινό οθωμανικό τύπου κράτος –«ένα κράτος – εργοδότης», που έλεγε ο Κονδύλης- δεν θα υφίστανται. Το ίδιο θα επισυμβεί και στον «πατριαρχικό κοινοβουλευτισμό», ο οποίος θα καταρρεύσει»
Ποιο είναι το σημείο μηδέν; Είναι το σημείο εκείνο που η ελληνική κοινωνία θα βρεθεί αναπόδραστα στο ιστορικό της μεταίχμιο. Μεταξύ δύο ενστίκτων. Της αυτοκαταστροφής ή της αυτοσυντηρήσεως. Εάν επικρατήσει το δεύτερο, τότε (άποψη του καθηγητή Π. Ήφαιστου) ο ελληνικός λαός θα προχωρήσει στη μεγάλη ειρηνική και δημοκρατική του επανάσταση. Εάν υπερτερήσουν αυτοκαταστροφικές ορμές, ο Ελληνισμός, η Ελλάδα και οι Έλληνες θα τελειώσουν οριστικά. Θα καταστούν παρίες, τα ενδεή «φυτόζωα» της οικουμένης. Τοιουτοτρόπως, θα δικαιωθούν δύο Έλληνες φιλόσοφοι, ο αείμνηστος Παναγιώτης Κονδύλης και ο εν ζωή κ. Χρήστος Γιανναράς. Ο πρώτος έχει προβλέψει ότι αναπόφευκτα η Ελλάδα θα καταστεί δορυφόρος της Τουρκίας, ενώ ο δεύτερος διατείνεται ότι ο Ελληνισμός εδώ και αρκετό καιρό έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του.
Στην περίπτωση που ο ελληνικός λαός προχωρήσει στην ειρηνική δημοκρατική επανάστασή του, η πολιτική και κοινωνική πλατφόρμα δεν θα είναι όμοια με τη σημερινή. Το «πνεύμα εποχής» δεν θα είναι το ίδιο. Οι αντιλήψεις θα είναι εξ ανάγκης τελείως διαφορετικές και τα ιδεολογήματα των κομμάτων, από τις συνεχείς μεταλλάξεις που θα έχουν υποστεί στο μεταξύ, θα έχουν τελείως ανέγνωρα πολιτικά εφαλτήρια από τα παρόντα. Τα άλμα θα είναι κατά πολύ μεγαλύτερο απ’ αυτό της σημερινής φθοράς. Θαμμένες αξίες θα ανέλθουν στην επιφάνεια, αιφνιδιάζοντας ευχάριστα τη νέα εποχή. Ο λαός, αναζητώντας την ελληνικότητά του, θα είναι ευήκοος στο βαθύ κάλεσμα των προγόνων, των πολιτισμών και των παραδόσεών του. Η δημοκρατική επανάσταση θα επιφέρει πολιτειακές και πολιτικές αλλαγές. Το σημερινό οθωμανικού τύπου κράτος -«ένα κράτος – εργοδότης», που έλεγε ο Κονδύλης- δεν θα υφίσταται. Το ίδιο θα επισυμβεί και στον «πατριαρχικό κοινοβουλευτισμό», ο οποίος θα καταρρεύσει. Το Κοινοβούλιο, τα κόμματα και οι δημοκρατικά εκλεγμένοι βουλευτές δεν θα είναι διαμεσολαβητές συμφερόντων και εξυπηρετητές συντεχνιών, και θα υπηρετούν μόνον την Ελλάδα. Οι πολίτες δεν θα επαφίουν τη ζωή τους αποκλειστικά στους βουλευτές, αλλά, σε καθεστώς δημιουργίας και ευγενούς ανταγωνισμού, θα πάρουν την επιβίωση και την πρόοδο στα χέρια τους. Η αριστεία, η φιλοτιμία, η φιλοπονία και οι ευγενείς Έλληνες θα συνθέσουν έναν «αριστοκρατικό δημοκρατικό πατριωτισμό», ο οποίος συμβαδίζοντας με την εθνική ενότητα, θα δώσει στη χώρα τη θέση εκείνη που της αξίζει να κατέχει.
Ο χρόνος και προ πάντων η Ιστορία θα δείξουν για το πού οδηγείται η Ελλάδα. Εάν το σεσηπός παρόν είναι το τελευταίο στάδιο που έπρεπε να διαβεί, πριν περάσει –μέσω κλαυθμών και οδυρμών- στη νέα εποχή. Στη νέα Μεταπολίτευση. Ή, εάν, εσαεί, θα διέρχεται από «καβδιανά δίκρανα», στην απαρέγκλιτη Σισύφεια πορεία της. Την ευθύνη έχει ο λαός, ο λαός του «εκλέγειν και εκλέγεσθαι».