Πέμπτη, 24 Απρίλη, 2025 - 13:26

Το στοίχημα

Με μια ευκαιριακή ψήφο δεν αντιστρέφεται απότομα  μια ναρκομανής κατάσταση, η οποία επί δεκαετίες μαστούρωνε με χόρτο βολέματος και τεχνητής ευδαιμονίας εκατομμύρια ψυχές.

Η πολιτική «αλλαγή» ήταν επιβεβλημένη. Έπρεπε να μπει ένα τέλος –τουλάχιστον προσώρας, σε ότι πρόσβαλε άξεστα την αισθητική και την παιδεία μας και, κυρίως, να τερματιστεί το ανώφελο μίσος που εδώ και δέκα χρόνια διαπερνούσε τους Έλληνες. Η πολυετής αυτή διέγερση των ενστίκτων πολιτικής εχθρότητας και οργής, του συλλογικού μίσους, τροφοδότησε στην πραγματικότητα μια τελείως λανθάνουσα κατάσταση η οποία το μόνο που κατάφερε ήταν να σηκώσει ψηλά ό,τι πιο ρυπαρό σκουπίδι υπήρχε στις κομματικές χωματερές και να αναδείξει στο προσκήνιο απίστευτης μετριότητας πρόσωπα. Όμως κανένας επίλογος δεν γράφτηκε και ο δρόμος προς τις αμμουδιές του φεγγαριού είναι ακόμη μακρύς. Οι αποκρουστικές σκιές των νεκρών μαζί με τις δύσοσμες αποφορές ενός εν πολλοίς σάπιου πολιτικού και οικονομικού συστήματος είναι ακόμη εδώ. Είναι εδώ και καιροφυλακτούν κουλουριασμένες μέσα στις διαβολεμένες τρύπες τους…

Με μια ευκαιριακή ψήφο δεν αντιστρέφεται απότομα  μια ναρκομανής κατάσταση, η οποία επί δεκαετίες μαστούρωνε με χόρτο βολέματος και τεχνητής ευδαιμονίας εκατομμύρια ψυχές. Οι «έμποροι» και τα «πρεζόνια» παραμένουν στις πιάτσες, διάσπαρτοι στον κοινωνικό ιστό μας. Ας μην έχουμε αυταπάτες. Θα συνεχίζονται να τυπώνονται ψεύτικες ειδήσεις, εμείς οι δημοσιογράφοι (λίγοι ή πολλοί) θα εξακολουθούμε να ατιμάζουμε την πένα μας με την χυδαιότητα της δημοσιογραφικής γλώσσας και ο κόσμος θα προτιμά και θα πιστεύει τις αναληθείς ή άσχημες ειδήσεις πιο εύκολα από εκείνες που δίνουν ευθύτητα και ελπίδα. Το όλο σύνολο της Ελλάδος καταλήγει, ας το παραδεχτούμε επιτέλους, όπως το επισημαίνει ο ποιητής Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, στην αποθέωση της πολυτελούς μηδαμινότητας, της ανεγκέφαλης αυταρέσκειας και της κομψεπίκομψης ευτέλειας.

Δεν ξέρω εάν μετά την «αλλαγή» της 7ης Ιουλίου το πολιτικό σύστημα και οι Έλληνες θα συμφιλιωθούν. Εάν θα πάψουν να αναζητούν αίμα στις πληγές του άλλου όπως γινόταν στα χρόνια των μνημονίων. Μακάρι. Η αρχή ήταν πάντως καλή. Ευπρόσδεκτος και ο όποιος ενθουσιασμός. Αλλά, κατά τον Γκαίτε, ο ενθουσιασμός δεν είναι αλίπαστο που διατηρείται για χρόνια. Στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μια σύντομη συγκινησιακή κατάσταση, ένας υπερθετικός βαθμός της ψυχικής δυναμικής. Επομένως, καλό θα είναι να μετριαστεί η φιλελεύθερη ιδεολαγνεία των νικητών καθώς δεν πρόκειται να αποφύγουν τις χοντροκοπιές που επιφυλάσσει σε όλους διαχρονικά τους κυβερνώντες η εξουσία. Και ουδέποτε ο γλωσσικός καθωσπρεπισμός και η ευγενής υποκρισία έλυσαν τα προβλήματα. Άλλωστε το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι γνωστή, πριν καν το έργο προβληθεί. Αμφιβάλει κανείς ότι ο σοσιαλισμός στην εποχή μας (ή αν θέλετε η «Αριστερά» που πρεσβεύει ο Σύριζα) εξωραΐζει τον καπιταλισμό και ο τελευταίος διακοσμεί την «Επανάσταση»; Τους ίδιους, πλέον, δρόμους –ίσως με διαφορετικούς τρόπους, ακολουθούν τόσο οι διεθνοποιημένες κοινωνίες όσο οι παγκοσμιοποιημένες αγορές, πετώντας στα ρείθρα εθνικές αξίες και ιδεολογήματα. Κι αυτό ας το προσέξουμε ως Ελλάδα…

Το συντηρητικό σύστημα προ της κρίσεως ήταν ο καλύτερος «χορηγός» στην έλευση της «Αριστεράς». Στα χρόνια των μνημονίων η τελευταία ήταν ο καλύτερος «πελάτης» της «Δεξιάς», ο ερχομός της οποίας έγινε με το θριαμβευτικό 40%. «Η νέα όψη του παλιού που προελαύνει», έγραψε για τη ΝΔ η Rebublica. Σε κάθε περίπτωση, ευχή όλων των καλοπροαίρετων Ελλήνων είναι να επιτύχει η νέα κυβέρνηση και ο κ. Μητσοτάκης να κερδίσει το μεγάλο στοίχημα. Την αναμέτρηση με τον εαυτό του.  Ίδωμεν. Καλές αυγουστιάτικες θάλασσες…