Η εγκατάλειψη των αυτονόητων
Η πολιτική δεν είναι τίποτε άλλο από τον καθρέπτη του κοινωνικού κεφαλαίου. Όσο μια κοινωνία βρίσκεται σε έναν αξιακό λήθαργο τότε και αυτός θα διαποτίζει την πολιτική λειτουργία και νοοτροπία
Στη σύγχρονη κοινωνική ζωή, περισσότερο από ποτέ, παρατηρείται μια πλήρης αδιαφορία και έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των ανθρώπων. Ο συνάνθρωπος θεωρείται εν δυνάμει αντίπαλος προς τον οποίο είτε αποστρέφουμε το πρόσωπο είτε προσπαθούμε να εκμεταλλευτούμε. Στα καθ’ ημάς, η ελληνική «μαγκιά» ή «κουτοπονηριά» επιστρατεύεται, προκειμένου να παραχθεί το αντίστοιχο «στρατηγικό αποτέλεσμα» της διαστρέβλωσης της αλήθειας και της πραγματικότητας, για προσπορισμό ιδίου οφέλους.
Από τον Νικόλα Παπαναστασόπουλο*
Πολύ περισσότερο στο χώρο της εργασίας δεν φαίνεται τίποτα να αλλάζει, παρά την οικονομική κρίση. Ο καθένας μέσα από την αύξηση των τιμών επιχειρεί να επιβιώσει στην καθημερινότητά του, αδυνατώντας να αντιληφθεί ότι η επιβίωσή του εξαρτάται από το «οξυγόνο» που μένει στον άλλο και όχι την ασφυξία του. Φυσικά υπάρχουν και φωτεινές εξαιρέσεις επαγγελματιών ή λειτουργών που σε πείσμα αυτής της κατάστασης επιμένουν στο αυτονόητο, να λειτουργούν δηλαδή με πρόσημο κοινωνικό και όχι οικονομικό. Που εργάζονται για να προσφέρουν και όχι για να έχουν αποκλειστικά οικονομικό όφελος. Είναι οι «ονειροπόλοι της εργασίας και της προσφοράς», όπου το αυτονόητο οιστρηλατεί τη ζωή τους, συνιστώντας την κοινωνική τους πυξίδα.
Ειδικά στο χώρο της εκπαίδευσης αυτές οι δυσκολίες εντείνονται και το αυτονόητο λειτούργημα φαίνεται να γίνεται «πάρεργο», ανεξάρτητα τη θέση που κατέχει κάποιος. Αυτός ο συμβιβασμός στο «λίγο και όχι στο περισσότερο» κατακλύζει και κυριαρχεί στην ελληνική ζώσα καθημερινότητα. Και αυτό είναι άκρως επικίνδυνο ψυχολογικά και υπαρξιακά για τη συνείδηση του Νεοέλληνα.
Στο χώρο της πολιτικής ζωής αυτές οι συμπεριφορικές αντανακλάσεις «ξεπατικώνονται» με έναν μοναδικό τρόπο. Η πολιτική άλλωστε δεν είναι τίποτε άλλο από τον καθρέπτη του κοινωνικού κεφαλαίου. Όσο μια κοινωνία βρίσκεται σε έναν αξιακό λήθαργο τότε και αυτός θα διαποτίζει την πολιτική λειτουργία και νοοτροπία. Οι αλαζονικές αντιλήψεις, όπου το πρόσωπο, αποκτώντας το αξίωμα, συμπεριφέρεται σαν «Λουδοβίκος ή Αντουανέτα», αλλά και μια πολιτική αντίληψη, όπου το καθετί διαφορετικό πρέπει να καταπνίγεται μπροστά στην «πεφωτισμένη αλήθεια» είναι οι όψεις μιας μη αυτονόητης πολιτικής ζωής. Και όλοι φαίνεται να περιμένουν το μοιραίο ή το αναπόφευκτο ως νευρόσπαστα της δικής τους συνειδησιακής αδυναμίας ή των εμμονών τους. Κατεξοχήν, της έλλειψης οράματος και σχεδίου για το κράτος και τη ζωή που θέλουμε.
Αυτά είναι τα μελανά και όχι τα αυτονόητα της ελληνικής πραγματικότητας. Η επανάσταση του αυτονόητου και η κυριαρχία του πόρρω απέχει. Βρίσκεται πολύ μακριά από τις συνειδήσεις, τον ψυχισμό μας, την ίδια μας τη θέληση, ως εντέλει αυθύπαρκτα (και όχι ετεροκαθορισμένα) «θέλω», στις κοινωνικές μας σχέσεις και στις πολιτικές μας απαιτήσεις.
Θα μπορούσα να ολοκληρώσω αυτές τις σκόρπιες σκέψεις με τους στίχους από τους «Μοιραίους» του Βάρναλη: «δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα». Επειδή όμως ζούμε θεωρώ [ακόμη] σε δημοκρατία επιλέγω τους αντίστοιχους από το τραγούδι του Ν. Πορτοκάλογλου: «Ίσως μια μέρα να πάμε πιο πέρα, πιο πέρα απ’ το τέλος, μέχρι την αρχή». Και τούτο διότι ο σεβασμός στην άλλη άποψη είναι ένα από τα αυτονόητα που πρέπει να ξαναβρούμε.
*Ο Νικόλας Παπαναστασόπουλος είναι Καθηγητής στη Σχολή Εθνικής Άμυνας
**Ζωγραφική / Σπύρος Βασιλείου