Δημητσάνα - Στεμνίτσα: Πέτρινα κοσμήματα
Ιστορικοί οικισμοί με λιθόστρωτα καλντερίμια και γεφύρια, μεταβυζαντινές εκκλησίες και επιβλητικά μοναστήρια, παραδοσιακά αρχοντικά και πετρόχτιστοι πύργοι, που βρίσκονται σε μια από τις ομορφότερες γωνιές της ορεινής Αρκαδίας.
Του Παναγιώτη Μαυραγάνη
Ανάμεσα σε πυκνά δάση που κατηφορίζουν τις πλαγιές του Μαινάλου και πάνω από τα κρύα νερά του ποταμού Λούσιου, η Δημητσάνα και η Στεμνίτσα είναι δύο από τα «πέτρινα κοσμήματα» του Μοριά, που ομορφαίνουν εδώ και αιώνες την κεντρική περιοχή της Πελοποννήσου. Πρόκειται για χωριά όπου η ιστορία, η αρχιτεκτονική και η φύση συνδυάζονται αρμονικά και δημιουργούν ένα από τα κορυφαία τοπία της Ελλάδας.
«Η Δημητσάνα και η Στεμνίτσα είναι δύο κωμοπόλεις, οι οποίες χαρακτηρίζονται από πολλά κοινά στοιχεία. Η διατήρηση του παραδοσιακού τους χαρακτήρα, τα σοκάκια, τα πλακόστρωτα, τα πέτρινα σπίτια, τα βουνά, το πράσινο, οι τοπικές παραδόσεις, η τοπική κοινωνία, είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά εκείνα που τις καθιστούν από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς της χώρας μας», λέει στην «Boulevard» ο κ. Χάρης Μπαξεβάνος, αντιδήμαρχος και υπεύθυνος για θέματα τουρισμού του Δήμου Γορτυνίας, με έδρα τη Δημητσάνα. «Τα σημαντικότερα, όμως, στοιχεία τους είναι η πλούσια ιστορία τους, τα μοναστήρια που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας και, φυσικά, το Κρυφό Σχολειό», συμπληρώνει ο ίδιος.
Η συμβολή των οικισμών αυτών κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης ήταν καθοριστική, καθώς εκτός του ότι ανέδειξαν σπουδαίες προσωπικότητες του πνεύματος, όπως ο Παλαιών Πατρών Γερμανός από τη Δημητσάνα και ο Αντώνιος Πελοπίδας από τη Στεμνίτσα, προμήθευσαν την ένοπλη εξέγερση των Ελλήνων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με πολύτιμα για την εποχή αγαθά: τo μαύρο μπαρούτι και τους τεχνίτες της -που επιδιόρθωναν τα όπλα των αγωνιστών- η Στεμνίτσα.
Και οι δύο οικισμοί αποτελούν «ζωντανά» μουσεία παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και ιστορίας, καθώς οι επισκέπτες εκτός από πανέμορφα πετρόκτιστα κτίρια, φιδωτά δρομάκια, γεφύρια και νεροτριβές, μπορούν να ταξιδέψουν και στο… χρόνο, κάνοντας απλά μια βόλτα στις αρχαιολογικές και λαογραφικές συλλογές, στους εντυπωσιακούς μπαρουτόμυλους, αλλά και στα δεκάδες παλαιά ασκηταριά και μοναστήρια, που φιλοξενούν βυζαντινά και εκκλησιαστικά ιερά κειμήλια.
Σύμφωνα με τον κ. Μπαξεβάνο, μεταξύ των πολλών σημείων που δεν θα πρέπει να «χάσει» ο επισκέπτης είναι το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης (ΥΜΥ), το εντυπωσιακό πατρικό σπίτι του Παλαιών Πατρών Γερμανού και την αναστηλωμένη κατοικία του Γρηγορίου Ε’ στη Δημητσάνα, καθώς και το Λαογραφικό Μουσείο της γειτονικής Στεμνίτσας. «Με αφετηρία, λοιπόν, τη Δημητσάνα κατευθυνόμαστε προς το Μουσείο Υδροκίνησης, το οποίο είναι μοναδικό στα Βαλκάνια», εξηγεί ο κ. Μπαξεβάνος. «Αφού ξεναγηθούμε από το προσωπικό του Μουσείου, συνεχίζουμε προς το Μοναστήρι Αιμυαλών, που είναι χτισμένο μέσα σε φυσικό σπήλαιο, τέσσερα χιλιόμετρα περίπου νοτιοδυτικά της Δημητσάνας», περιγράφει ο ίδιος και συνεχίζει λέγοντας: «Εκεί μπορούμε να μάθουμε την ιστορία του μοναστηριού από τους μοναχούς και στη συνέχεια να κατευθυνθούμε προς τη Μονή Φιλοσόφου και να ακολουθήσουμε το μονοπάτι για το Κρυφό Σχολειό». Κοντά -προς τα ερείπια της Αρχαίας Γόρτυνας και του ναού του Ασκληπιού- βρίσκεται και το Ωρολογοστάσιο, ένα πραγματικό αρχιτεκτονικό αριστούργημα, ύψους 27 μέτρων, του οποίου η καμπάνα ζυγίζει 700 κιλά!
«Φεύγοντας από το Κρυφό Σχολειό, συνεχίζουμε προς την Ι.Μ. Προδρόμου, η οποία αποκαλείται και ως “Άγιον Όρος της Αρκαδίας” για να καταλήξουμε στη Στεμνίτσα, που είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στα 1.080 μέτρα υψόμετρο, στις δυτικές πλαγιές του Μαινάλου, στους πρόποδες της Κλινίτσας», αναφέρει ο κ. Μπαξεβάνος.
Η Στεμνίτσα εντυπωσιάζει με τις μεταβυζαντινές εκκλησίες της, από τις οποίες ξεχωρίζουν η Ζωοδόχος Πηγή (15ος αιώνας), οι Τρεις Ιεράρχες (17ος αιώνας), ο Άγιος Νικόλαος (14ος αιώνας) και η Παναγία η Μπαφέρω (12ος αιώνας) πάνω στο ύψωμα Κάστρο. Προς τα εκεί οδηγεί ένα γραφικό καλντερίμι, που ξεκινάει από την κεντρική πλατεία του οικισμού -στην οποία δεσπόζει το καμπαναριό του Αγίου Γεωργίου, κατασκευασμένο από λευκή πελεκητή πέτρα το 1877- και καταλήγει στο ηρώο, που είναι αφιερωμένο στους αγωνιστές του 1821.
Εκεί οι επισκέπτες μπορούν να απολαύσουν τη θέα προς το χωριό και το φαράγγι του Λούσιου, και στη συνέχεια να επιστρέψουν στα σοκάκια της Στεμνίτσας, όπου θα έχουν την ευκαιρία να δουν το τριώροφο πυργοειδές οίκημα των Ροϊλών στο Κάστρο, το εντυπωσιακό παλαιό διώροφο πυργοειδές κτίσμα του Μπουρνάζου με τις πολεμίστρες, καθώς και το τετραώροφο σπίτι της Αγγέλκας στον κεντρικό δρόμο. Γύρω, πάντως, από αυτούς τους δύο οικισμούς -είτε ανηφορίζοντας το επαρχιακό δίκτυο από τη Μεγαλόπολη, είτε κατηφορίζοντας από τη Βυτίνα- βρίσκονται πολλά ακόμα απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς τοπία και χωριά. Τα Λαγκάδια, το Ελληνικό, το Ζυγοβίστι, η Καρύταινα, το Λιμποβίσι, όπου βρίσκεται το σπίτι του Κολοκοτρώνη, είναι ορισμένα μόνο από τα υπόλοιπα «κοσμήματα» του Μοριά, τα οποία συνοδεύουν ο φυσικός πλούτος στις πλαγιές του Μαινάλου και ο αχός του παραπόταμου του Αλφειού, όπου σύμφωνα με τη μυθολογία οι νύμφες Νέδα, Αγνώ και Θεισόα έλουσαν το νεογέννητο Δία.