Η Ελλάδα της Σμύρνης
Όσο το ξερίζωμα του '22 πλησίαζε οι δημοσιογράφοι προειδοποιούσαν με την πένα τους για την αδιαφορία των συμμάχων, ενώ όταν τελικά ξ σφαγή ξεκίνησε ήταν οι τελευταίοι που μπήκαν στα καράβια της φυγής
Στα μικρασιατικά χώματα της Σμύρνης ήταν που για πρώτη φορά η ανάγνωση εφημερίδων έγινε «η πρωινή προσευχή του σύγχρονου ανθρώπου» (Χέγκελ).
Οι τίτλοι των εντύπων της εποχής γράφτηκαν «ανεξίτηλοι» μαζί με τα γεγονότα που έμελλε να σημαδέψουν τον Ελληνισμό. «Ημέρα Αναστάσεως», έγραφε η εφημερίδα «Θάρρος» στις 2 Μαΐου 1919 για την άφιξη των ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη. Το «Θάρρος» ήταν μία από τις 80 σμυρνιώτικες εφημερίδες, που από το 1831 έως το 1922 αποτελούσαν τον «καθρέφτη» του μικρασιατικού πολιτισμού.
Τον «καθρέφτη» μιας πατρώας γης, πρότυπο εμπορίου και δημιουργικότητας. Εκδότες, δημοσιογράφοι και διανοούμενοι της εποχής ίδρυσαν πολιτικές, φιλολογικές, σατιρικές, οικονομικές εφημερίδες, όπως και 55 διαφορετικά περιοδικά ποικίλης ύλης.
Η ανάγκη για ενημέρωση αδήριτη. Όσο το ξερίζωμα του ’22 πλησίαζε οι δημοσιογράφοι προειδοποιούσαν με την πένα τους για την αδιαφορία των συμμάχων, ενώ όταν τελικά η σφαγή ξεκίνησε ήταν οι τελευταίοι που μπήκαν στα καράβια της φυγής. Ένας από αυτούς δε, ο Ν. Τσουρουκτσόγλου της «Ημερησίας» μαρτύρησε δίπλα στον Άγιο Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο.
Ήταν οι εργάτες των γραμμάτων που επί χρόνια φρόντιζαν να δημοσιεύουν ανταποκρίσεις από την Αθήνα, να ενημερώνουν τους Σμυρνιούς για τις αποφάσεις της εθνοσυνέλευσης, να γράφουν για τα θέατρα της εποχής και όλα τα καλλιτεχνικά δρώμενα. Σαν «αρμός» που φρόντιζε να δένει τον Ελληνισμό.
Οι συνθήκες ήταν αντίξοες (φυλακίσεις, απελάσεις) και η λογοκρισία αμείλικτη και χοντροκομμένη. Αυτός είναι και ο λόγος που κυκλοφορούσαν εφημερίδες που στο πρωτοσέλιδό τους στη θέση του άρθρου του εκδότη υπήρχε κενό, ενώ από τα ρεπορτάζ έλειπαν λέξεις που είχαν αφαιρεθεί την τελευταία στιγμή. Η ανελευθερία του Τύπου, ωστόσο, πείσμωνε τους εφημεριδάδες.
Ένα ανεκτίμητης αξίας αρχείο από το σύνολο των εντύπων της Σμύρνης διαθέτει η Ένωση Σμυρναίων, που κάνει προσπάθειες για τη διοργάνωση εκθέσεων ανοιχτές στο κοινό (μία από αυτές είχε γίνει στο Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο στο κτίριο παλιάς Βουλής με θέμα «Ο Ελληνικός Τύπος στη Σμύρνη»).
Ανάμεσα στα φύλλα που περιλαμβάνονται στο ανεκτίμητης αξίας αρχείο ξεχωρίζει, μεταξύ άλλων, το δισέλιδο αφιέρωμα της εφημερίδας «Θάρρος» για τους αγωνιστές του 1821. Στη λεζάντα της φωτογραφίας του Νικηταρά έχει αφαιρεθεί από τους λογοκριτές η λέξη τουρκοφάγος, ενώ στην αντίστοιχη λεζάντα για τον Κανάρη έχει αφαιρεθεί η αναφορά στην τουρκική ναυαρχίδα που πυρπολήθηκε στο λιμάνι της Χίου.
«Οι λογοκριτές δεν ήταν εγγράμματοι άνθρωποι. Για αυτό οι εκδότες και οι δημοσιογράφοι τους θεωρούσαν “χασάπηδες”. Έκοβαν λέξεις χωρίς να τους νοιάζει αν η πρόταση βγάζει νόημα. Και η λογοκρισία φανταστείτε ότι ήταν το λιγότερο. Υπήρξε εκδότης τον οποίο οι Τούρκοι τον έσερναν για χιλιόμετρα στην πόλη δεμένο από ένα κάρο», λέει στην «Boulebard» o Νίκος Βικέτος, γενικός γραμματέας της Ένωσης Σμυρναίων και διευθυντής της εφημερίδας «Μικρασιατική Ηχώ».
Η φωτιά του ’22 που ακολούθησε μπορεί να κατέκαψε σχεδόν τα πάντα αλλά όχι τις αλήθειες τους, που πρόλαβαν να τυπωθούν στο χαρτί. Οι τίτλοι των εφημερίδων τους ζουν μέχρι σήμερα μέσα από τα φύλλα που κυκλοφορούν στα περίπτερα: «Εστία», «Βήμα», «Ημερησία», «Αγγελιοφόρος», «Πατρίς».
Η «αρχαιοτέρα των ελληνικών εφημερίδων», όπως έγραφε και το εξώφυλλό της, ήταν η «Αμάλθεια». Κυκλοφορούσε αδιαλείπτως για 85 χρόνια από το 1838 έως 1922. Είχε δικό της τυπογραφείο, όπως και τα περισσότερα έντυπα της εποχής, καθώς οι εκδότες πίστευαν από τότε ότι για να επιβιώσουν τα φύλλα τους χρειάζονται αυτονομία στην εκτύπωση.
Εμβληματικές φιγούρες για τον Τύπο της Σμύρνης ήταν οι εκδότες Χρ. Σολομωνίδης, Απ. Λεονταρίδης, Γ. Υπερίδης, Δ. Λιγνάδης και ο Π. Καψής (παππούς του σημερινού υπουργού Παντελή Καψή).
Προσφορές
Οι Σμυρνιοί εφημεριδάδες ήταν οι πρώτοι που σκέφτηκαν να συνοδεύσουν τα έντυπά τους με κουπόνια, ένθετα και προσφορές, τις οποίες συναντάμε μέχρι σήμερα στις κυριακάτικες εκδόσεις των εφημερίδων.
Η «εφημερίδα της Σμύρνης» από τον 19ο αιώνα δελέαζε τις αναγνώστριες προσφέροντας «ζωγραφιά παρισινή των γυναικείων ενδυμασιών και εν ασμάτιον νεοσύνθετον μετά μουσικής». Άλλα φύλλα έδιναν κουπόνια για τον κινηματογράφο και ένθετα ιστορικού ή σατιρικού περιεχομένου.