Ξέρω κάποιους…
Υπάρχουν δίπλα μας. Απλοί και απέριττοι. Ούτε πόζες ούτε σιωπές συνώνυμες της εγωιστικής απόστασης. Τους ξεχωρίζεις από το βλέμμα και το χαμόγελο. Κι από κάτι σκιές ανεπίδοτης λύπης, πότε πότε. Νάτοι:
Ξυπνούν το πρωί και τραγουδάνε ό,τι κι αν τους συμβαίνει. Το τραγούδι είναι η πρωινή τους προσευχή. Μιά δοξολογία στην ύπαρξη.
Δεν γκρινιάζουν ποτέ. Κανένα παράπονο, ακόμη κι όταν αδικούνται από τη φορά των πραγμάτων. Ξέρουν ότι «κύκλος τα ανθρώπινα». Με το καλό και το κακό να συνυπάρχουν, διατηρώντας θαυμαστή την ισορροπία. Το έμαθαν προτού διαβάσουν τον παππού από την Εφεσο.
Λένε το «εγώ» με φειδώ, σπανίως μιλώντας για τον εαυτό τους. Συνήθως ακούνε προσεκτικά τους άλλους, υπομένοντας στωικά τους παφλασμούς της αυτοαναφορικότητος. Απλώς, όταν μπορούν, αποφεύγουν τους τοξικούς συνομιλητές του είδους αυτού.
Διακρίνονται από στωική απάθεια. Το είπαμε. Όμως κλαίνε κάποτε, πεισμώνουν, οργίζονται και στενοχωριούνται. Κι όταν βλέπουν να λάμπει η καλοσύνη των άλλων, δακρύζουν κρυφά από χαρά.
Αναθεωρούν ιδέες και θέσεις. Αλλά ποτέ από ιδιοτέλεια και συμφέρον. Και δεν εννοούν να επιβάλλουν τις απόψεις τους στα παιδιά τους.
Τέλος, ξέρω κάποιους που χαίρονται τη ζωή –και ζουν με όρους αιωνιότητος– κι ας βρίσκονται κρεμασμένοι στο άγκιστρο της ματαιότητος, λέγοντας ότι «ζωή είναι να σηκώνεις γεφύρια πάνω από ποτάμια που θα στερέψουν»…
Φωτό: Ανδρέας Αθανασόπουλος