Τα Gucci του Περικλέους
Παραβλέποντας τον κίνδυνο του αναγωγισμού, ο οποίος ελλοχεύει στην ερμηνεία του σήμερα με όρους του χθες και ανάπαλιν, το ζήτημα της διοργάνωσης εκδήλωσης από τον γνωστό οίκο μόδας στον χώρο της Ακρόπολης σχετίζεται με το (ιδεολογικό) πρίσμα, με το οποίο κάποιος αντικρίζει την πραγματικότητα. Αν προσπαθούσαμε να δούμε με ποια ματιά θα το προσέγγιζαν οι αρχαίοι Αθηναίοι και ο Περικλής, θα λέγαμε ότι η επιχειρηματικότητα και το εμπόριο ήταν οι βασικές συνιστώσες, αν όχι συνισταμένη της υψηλής τους στρατηγικής. Θεωρούσαν ότι ένα από τα συστατικά της ισχύος τους ήταν η έμφαση στην οικονομική ανάπτυξη.
Του Νικόλα Παπαναστασόπουλου*
Συνάμα θεωρούσαν ότι οι πολιτιστικές εκδηλώσεις αφενός ήταν εκδήλωση αυτής της ισχύος και αφετέρου νοηματοδοτούσαν το δημοκρατικό τους πολίτευμα. Άλλωστε το γεγονός ότι οι πλούσιοι Αθηναίοι αναλάμβαναν τον ρόλο του χορηγού σήμαινε ότι δεν είχαν αγκυλώσεις σε ζητήματα ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Αντίθετα, χωρίς ιδεοληψίες ή θρησκευτικές εμμονές προέτασσαν καθετί που θα τους προσέδιδε σφρίγος. Θα λέγαμε ότι πάνω από όλα «ήταν η Αθήνα», της οποίας η ευρωστία θα είχε θετική αντανάκλαση σε όλες τις σφαίρες της πολιτικής και κοινωνικής τους ζωής. Άλλωστε γι’ αυτή την αγάπη τους για τον πολιτισμό, τις τέχνες και τα γράμματα (χωρίς να αμελούν τη στρατιωτική τους ισχύ, αλλά προτάσσοντας την ήπια και την έξυπνη, εκφραστής της οποίας ήταν ο Περικλής) θεωρούνταν σχολείο της Ελλάδας και χλευάζονταν από τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι, ωστόσο, επικράτησαν στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, όταν έπαιξαν στα προνομιακά πεδία των Αθηναίων.
Στη βάση αυτή, ο Περικλής (με τη γνωστή του υπερβατική «φιλελεύθερη» νόηση) την πρόταση του γνωστού οίκου μόδας για διοργάνωση ντεφιλέ στην Ακρόπολη, θα τη θεωρούσε ως χορηγία, που αφενός αναλάμβανε ένας ισχυρός οικονομικός παράγοντας (δίνοντας και έσοδα στα δημόσια ταμεία) και αφετέρου αυτή η εκδήλωση θα ήταν εκδήλωση ισχύος και ένδειξη δημοκρατίας, με τη συμμετοχή των πολιτών.
Θα μου πει κανείς για ποια ισχύ θα μιλήσει κανείς σήμερα για τη χώρα; Σίγουρα το “brand name Greece” έχει πληγεί ανεπανόρθωτα, στη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης. Ωστόσο, η ίδια η χώρα, ως πατρίδα και μέσα από πανανθρώπινα σύμβολα, όπως είναι η Ακρόπολη και ο Παρθενώνας, θα συνεχίζει να υπάρχει, αρκεί να διατηρείται και να επανατροφοδοτείται με τις διαχρονικές κλασικές αξίες. Αρκεί να μην εργαλειοποιούμε αυτά που για άλλους είναι η βάση του αξιακού τους συστήματος και της ίδιας τους της ταυτότητας. Κατά κύριο λόγο, όταν δεν δημιουργούμε άβατα πολιτισμού. Στην ίδια λογική κατεύθυνση, ας αναρωτηθούμε με ποιο τρόπο αξιοποιούμε τα μνημεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς; Αλλά και την επαφή που έχουμε με αυτά. Ίσως η αριστοτελική μεσότητα δίνει την απάντηση για άλλη μια φορά: από την υπερβολή της προγονοπληξίας και την έλλειψη της ξενομανίας, μπορούμε να οδηγηθούμε στο μέτρο της σύγχρονης προβολής των μνημείων μας, μέσα από μια εκδήλωση που θα υπηρετούσε (αν διεξαγόταν) την αισθητική και το κάλλος, το ανθρώπινο και το μνημειακό.
*Ο Νικόλας Παπαναστασόπουλος είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το συγγραφικό του έργο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης.
**Φωτό: Φωτογράφηση μόδας στους Στύλους Ολυμπίου Διός (1953)