Κυριακή, 6 Οκτωβρίου, 2024 - 04:19

Η Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα: Ένα «πρόταγμα» του Παγκόσμιου Πολιτισμού*

Του Προκοπίου Παυλοπούλου τέως Προέδρου της Δημοκρατίας Επίτιμου Καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Από το 2009 το Μουσείο της Ακρόπολης είναι έτοιμο να δεχθεί τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην φυσική τους πολιτισμική «κοιτίδα». Πρόκειται για  ένα Μουσείο το οποίο, όπως όλη η Διεθνής Κοινότητα γνωρίζει και αναγνωρίζει, ανεγέρθηκε με κύριο προορισμό την φιλοξενία των Γλυπτών του Παρθενώνα μετά τον «επαναπατρισμό» τους, αναιρώντας και το τελευταίο, έστω και καταφανώς προσχηματικό, «επιχείρημα» αυτών που επιμένουν να συγκαλύπτουν το ιερόσυλο έγκλημα του Έλγιν.  Ότι, δήθεν, η Ελλάδα δεν διέθετε κατάλληλο χώρο στέγασης των Γλυπτών του Παρθενώνα, αντίστοιχο μ’ εκείνον του Βρετανικού Μουσείου, δηλαδή αντίστοιχο με τον χώρο όπου «κρατούνται» τα Γλυπτά ως «λάφυρα» της κλοπής του Έλγιν!  Σε κοινή, παγκόσμια θέα, πλέον, εδώ και πάνω από 10 χρόνια αυτό το υπέροχο Μουσείο δίνει αποστομωτικές απαντήσεις στις ως άνω «εν αμαρτίαις προφάσεις» των, ακόμη, αμετανόητων υπευθύνων του Βρετανικού Μουσείου και προκαλεί, με όρους Πολιτισμού και μόνο, την Παγκόσμια Κοινή Γνώμη να κάνει την σύγκριση:  Την σύγκριση ανάμεσα στην φωτεινή «κοιτίδα» των Γλυπτών του Παρθενώνα και στο θολό «δεσμωτήριο» του Βρετανικού Μουσείου, όπου «κρατούνται» κατά παράβαση κάθε θεσμικής και πολιτισμικής δεοντολογίας, και μάλιστα υπό συνθήκες συντήρησης που απειλούν την υπόστασή τους και την υπεράσπιση των ιστορικών τους καταβολών και συμβολισμών.
 
Ι. Ένας μακροχρόνιος και αδιάλειπτος αγώνας
 
Ο αγώνας των Ελλήνων και του Ελληνισμού για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα και την Επανένωσή τους είναι μακροχρόνιος και, κυρίως, αδιάλειπτος.  Και τούτο διότι ουσιαστικώς άρχισε αμέσως μετά την ίδρυση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους, άρα όταν ήταν ακόμη «νωπό» το έγκλημα του Έλγιν. Έγκλημα «διαρκές», το οποίο διαπράχθηκε όταν ο Έλγιν, πρεσβευτής από το 1799 της Μεγάλης Βρετανίας στην «Υψηλή Πύλη» στην Κωνσταντινούπολη, το συνέλαβε και το εκτέλεσε μεταξύ 1801-1804.  Ήταν τότε που προέβη στην απάτη της ειδεχθούς σύλλησης του Μνημείου του Παρθενώνα και στην συνακόλουθη πολιτισμική τυμβωρυχία, επικαλούμενος δήθεν «ανασκαφικές δραστηριότητες» μέσα στον ευρύτερο Αρχαιολογικό Χώρο.  Και, στην συνέχεια, ολοκλήρωσε το έγκλημά του μεταφέροντας, ως κοινός κλέπτης και στυγνός κερδοσκόπος αρχαιοκάπηλος -και μάλιστα υπό όρους διακινδύνευσης που δείχνουν τον αδίστακτο και προσβλητικό για τον Πολιτισμό μας χαρακτήρα του-δια της θαλασσίας οδού τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Μεγάλη Βρετανία.
 
Α. Αυτός ο αδιάλειπτος αγώνας της Ελλάδας και του Ελληνισμού για τον τερματισμό του ειδεχθούς «διαρκούς» εγκλήματος του Έλγιν κατά της Παγκόσμιας Πολιτισμικής Κληρονομιάς ξεκίνησε, όπως τόνισα, ενωρίς. 
 
1. Εμείς, οι Έλληνες, έχουμε χρέος ν’ αποτίουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής κατ’ εξοχήν στον Λόρδο Βύρωνα, έναν πολίτη της Μεγάλης Βρετανίας, ο οποίος πρώτος -και μάλιστα επτά, μόλις, χρόνια από την διάπραξή του- ανέδειξε και κατήγγειλε, με τον πιο υπεύθυνο και κατηγορηματικό τρόπο, το πολιτισμικό ανοσιούργημα της τυμβωρυχίας του Έλγιν εις βάρος της «κοιτίδας» και του «λίκνου» του κοινού μας Πολιτισμού, του Παρθενώνα.  Κατά το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα, μόλις είκοσι τριών ετών, ο Λόρδος Βύρων, το 1811, μέσ’ από μια πραγματική διανοητική «έκρηξη» ρομαντισμού, έστειλε μήνυμα στην Μεγάλη Βρετανία αλλά και σε όλη την Ευρώπη και την Δύση για το ποιος ήταν ο Έλγιν. Η «Κατάρα της Αθηνάς», αυτό το «αθάνατο» ποίημα του Λόρδου Βύρωνα, απαύγασμα των «μπενθαμικών» ρομαντικών του καταβολών, ήταν, είναι και θα είναι η πιο άτεγκτη «Ερινύα» στον «ύπνο» των υπευθύνων του Βρετανικού Μουσείου για την διαχρονική συνέργειά τους στο ανόσιο πολιτισμικό έγκλημα του Έλγιν. 
 
2. Την «Κατάρα της Αθηνάς» προεξέτεινε και επέτεινε ο Λόρδος Βύρων ένα, μόλις, χρόνο αργότερα, το 1812, μ’ ένα άλλο ποίημά του, το «Προσκύνημα του Childe Harold». Την «επική» αυτή στάση του Λόρδου Βύρωνα υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα συμπυκνώνει το ακόλουθο απόσπασμα από την επιστολή του, γραμμένη στην Ραβέννα στις 7 Φεβρουαρίου 1821, προς τον John Murray: «Αντιτάχθηκα και θα αντιταχθώ για πάντα στη ληστεία των Μαρμάρων από την Αθήνα, τάχα για να διδαχτούν οι Εγγλέζοι γλυπτική (οι οποίοι είναι τόσο ικανοί στη γλυπτική όσο οι Αιγύπτιοι στις παγοδρομίες)· αλλά γιατί το έκανα αυτό;  Τα Μάρμαρα θα είναι το ίδιο ποιητικά στο Πικαντίλλι όσο και στον Παρθενώνα, αλλά ο Παρθενώνας και ο βράχος του θα είναι λιγότερο ποιητικοί χωρίς αυτά.  Έτσι είναι η Ποίηση της Τέχνης». (Μετάφραση Ζαφείρη Γουργουλιάτου, από το βιβλίο, Lord Byron: «Selected prose», Penguin Books, 1972). 
 
3. Όμως και η γαλλική Τέχνη έδωσε ενωρίς το «παρών» στον αγώνα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα.  Άκρως αντιπροσωπευτικό παράδειγμα η δήλωση του Rodin -κοιτάζοντας τα φειδιακά γλυπτά, φυλακισμένα μέσα στο Βρετανικό Μουσείο- στον Άγγελο Σικελιανό, όπως ο μεγάλος μας ποιητής την κατέγραψε στο δοκίμιό του «Η διδασκαλία της Εκάβης» (Πεζός λόγος, Δ΄, Ίκαρος, Αθήνα, 1951, 1983): «Όλα τα ηλεκτρικά φώτα δεν θα τα εμποδίσουν ν’ αποζητούν αδιάκοπα το γλυκό φως του Ομήρου».
 
Β.  Πάνω λοιπόν και σε αυτή την βάση, ήδη από το 1842 η Ελλάδα άρχισε να διεκδικεί, με κάθε νόμιμο και πολιτισμικώς πρόσφορο μέσο, την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα. Πρώτος σταθμός, η εναντίον του Έλγιν καταγγελία του τότε Γραμματέα της «εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας», Αλεξάνδρου Ραγκαβή.
 
1. Μεταγενεστέρως,το αίτημα της Ελλάδας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα είχε, ήδη από το 1943, έναν «απρόσμενο» σύμμαχο στο πρόσωπο του Λόρδου Kenneth Clark, ο οποίος συγκαταλέγεται μεταξύ των σπουδαιότερων ιστορικών Τέχνης του 20ου αιώνα, κυρίως ως συγγραφέας έργων για την σημειολογία της Ευρωπαϊκής Γλυπτικής. Και ο οποίος, υπό την ιδιότητά του αυτή, μετείχε στην διοίκηση των σημαντικότερων σχετικών Βρετανικών Ιδρυμάτων, όπως π.χ. του Βρετανικού Μουσείου, της Εθνικής Πινακοθήκης, του  Εθνικού  Θεάτρου, της Βασιλικής Όπερας ενώ, επιπλέον, διετέλεσε Έφορος της Βασιλικής Συλλογής των Ανακτόρων του Ουίνδσορ.  Πηγή, από την οποία προκύπτει η κατά τ’ ανωτέρω «συνηγορία» του Λόρδου Kenneth Clark, είναι η μελέτη του James Stourton, «Kenneth Clark, Life, Art and Civilisation» (έκδ. William Collins, London, 2017, σελ. 318).  Σε αυτή την μελέτη καταγράφεται μια επιστολή του Kenneth Clark, με ημερομηνία 3 Σεπτεμβρίου 1943 -ήτοι μέσα στην δίνη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου- προς τον Ιρλανδό Καθηγητή και διάσημο Ιστορικό Τέχνης Thomas Bodkin, η οποία φυλάσσεται στην Tate Gallery του Λονδίνου. Σταχυολογώ, από την ως άνω επιστολή, το ακόλουθο απόσπασμα: «Κατά τρόπο παράλογο, είμαι υπέρ της επιστροφής των Ελγινείων στην Ελλάδα.  Όχι όμως για να επανατοποθετηθούν στον Παρθενώνα, αλλά για να εκτεθούν σ’ ένα όμορφο κτίριο στην άκρη της Ακρόπολης, την κατασκευή του οποίου, νομίζω, θα έπρεπε να πληρώσει η Βρετανική Κυβέρνηση.  Θα το έκανα για καθαρά συναισθηματικούς λόγους, ως έκφραση της υποχρέωσής μας στην Ελλάδα». (Tate, 8212, 1-1-17). 
 
2. Βεβαίως, η κρίσιμη καμπή της διεκδίκησης των Γλυπτών του Παρθενώνα από την Ελλάδα ήλθε το 1984, με «ψυχή» την «οραματική» αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη, υπό την ιδιότητά της ως Υπουργού Πολιτισμού.  Την αφετηρία αυτή συνέθεσαν από την μια πλευρά η υποβολή επίσημου αιτήματος, προς το Βρετανικό Μουσείο, για τον τερματισμό του εγκλήματος του Έλγιν και την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα εκεί που ανήκουν, με την δέσμευση της προηγούμενης ανέγερσης ειδικού προς τούτο Μουσείου.  Και, από την άλλη πλευρά, το ταυτόχρονο αίτημα προς την UNESCO, το οποίο ενεγράφη αμέσως στην ημερήσια διάταξη της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την επιστροφή Πολιτισμικών Αγαθών στις χώρες προέλευσης ή την απόδοσή τους σε αυτές όταν -όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Παρθενώνα- πρόκειται περί παράνομης κτήσης τους. Για την ολοκλήρωση της εικόνας των πρωτοβουλιών της εποχής εκείνης πρέπει ν’ αναφερθούν δύο, ακόμη, «σταθμοί»:  Πρώτον, το ψήφισμα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, κατά το συνέδριο της «Association Internationale des Critiques d’ Art» στο Ελσίνκι, στις 4 Ιουνίου 1983. Και, δεύτερον, η επικύρωση του ψηφίσματος αυτού, τον επόμενο χρόνο κατά το ίδιο συνέδριο, που πραγματοποιήθηκε στην Ακρόπολη και, συγκεκριμένα, στην Πνύκα, στις 16 Σεπτεμβρίου 1984.
 
ΙΙ. Οι συμβολισμοί του Παρθενώνα
 
 Αυτός ο,  πολιτισμικώς «ιερός», αγώνας συνεχίζεται και σήμερα.  Συνδέεται δε αρρήκτως με την ικανοποίηση ενός καθ’ όλα δίκαιου αιτήματος, δοθέντος ότι, κατ’ ουσίαν, πρόκειται για αίτημα της Ανθρωπότητας, επειδή αφορά τον πυρήνα της Πολιτισμικής της Κληρονομιάς.
 
Α. Πραγματικά, είναι παγκοσμίως αποδεκτό ότι τα Γλυπτά αυτά ανήκουν, δικαιωματικώς και πολιτισμικώς, στον Παρθενώνα και στα Μνημεία του.  Και τούτο διότι χωρίς τα Γλυπτά αυτά ο Παρθενώνας, βαριά «λαβωμένος» από μιάν ιερόσυλη πράξη βανδαλισμού και λεηλασίας που καλύπτεται, εδώ και πάνω από δύο αιώνες, από την «λεοντή» μιας δήθεν «αρχαιολατρίας», η οποία πλήττει ευθέως την Παγκόσμια Πολιτισμική Κληρονομιά, δεν μπορεί να συμβολίσει και, επέκεινα, να εκπέμψει προς την Ανθρωπότητα το αιώνιο, αειθαλές και μοναδικό πολιτισμικό μήνυμα που του αναλογεί. Ως προς την παγκόσμιας πολιτισμικής εμβέλειας μοναδικότητα του Παρθενώνα και των Μνημείων του δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς επί μακρόν.  Πρόκειται για αυταπόδεικτη αλήθεια, η οποία εδράζεται σε ακλόνητα τεκμήρια. 
 
Β. Γι’ αυτό μένω μόνο στην πιο απτή αλλά και πιο ηχηρή μαρτυρία, που συμπυκνώνει με απαράμιλλο τρόπο όλη αυτή την επιχειρηματολογία, ήτοι στην μαρτυρία του Αντρέ Μαλρώ. Μαρτυρία,  η οποία εμπεριέχεται στην μνημειώδη ομιλία του στις 28 Μαΐου 1959, όταν εκπροσώπησε τη Γαλλική Κυβέρνηση κατά την πρώτη φωταγώγηση της Ακρόπολης:
 
1. Στην αρχή της ομιλίας του ο Αντρέ Μαλρώ είχε επισημάνει: «Ο πρώτος παγκόσμιος πολιτισμός άρχισε». Και αμέσως στην συνέχεια, ο Αντρέ Μαλρώ «αποθεώνει» την μοναδικότητα του αναλλοίωτου στους αιώνες και πανανθρώπινου μηνύματος του Παρθενώνα με τις εξής φράσεις: «Μέσω αυτού του πολιτισμού και προς δόξαν του φωταγωγείται η Ακρόπολη, η οποία καλείται να απαντήσει σε ερωτήματα που κανείς άλλος πολιτισμός δεν έθεσε. Το πνεύμα της Ελλάδας εμφανίστηκε αρκετές φορές στον κόσμο, δεν ήταν όμως πάντοτε το ίδιο.  Ήταν λαμπρό στην Αναγέννηση, πόσο μάλλον που η Αναγέννηση πολύ λίγο γνώριζε την Ασία· είναι εξίσου λαμπρό και συνταρακτικό σήμερα, που γνωρίζουμε την Ασία. (…)  Η Ακρόπολη όμως είναι ο μοναδικός τόπος του κόσμου που κατοικείται ταυτόχρονα από το πνεύμα και από το θάρρος».
 
2. Τέλος, ο Αντρέ Μαλρώ συμπύκνωσε, μέσω του μηνύματος του Παρθενώνα, την ουσία του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού ως συστατικού στοιχείου του διαχρονικού Παγκόσμιου Πολιτισμού μέσα στις ακόλουθες σκέψεις: «Δεν θα πάψουμε ποτέ να το διακηρύσσουμε: Ό,τι σημαίνει για μας η τόσο συγκεχυμένη λέξη παιδεία –το σύνολο των έργων της τέχνης και του πνεύματος- η Ελλάδα το μετέτρεψε, προς δόξαν της, σε μείζον μέσον διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου.  Είναι ο πρώτος πολιτισμός χωρίς ιερό βιβλίο, όπου η λέξη ευφυΐα σήμαινε να θέτεις ερωτήματα. Ερωτήματα που έμελλε να γεννήσουν την κατάκτηση του κόσμου από το πνεύμα, της μοίρας από την τραγωδία, του θείου από την τέχνη και τον άνθρωπο».
 
Υπό τα δεδομένα αυτά είναι προφανές ότι η διεκδίκηση των Ελλήνων και του Ελληνισμού για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα συνιστά πραγματικό «πρόταγμα» αυτού τούτου του Παγκόσμιου Πολιτισμού. Ένα «πρόταγμα» στο οποίο, είμαι βέβαιος, δεν θα μπορεί για πολύ ακόμη ν’ αντιτάσσεται αυθαιρέτως το Βρετανικό Μουσείο, φυσικά υπό τον όρο ότι η διεκδίκησή μας θα συνεχισθεί, με ακόμη μεγαλύτερη συνέπεια και ένταση, ιδίως στο πλαίσιο της UNESCO.
 
*Θέσεις που διατυπώθηκαν κατά την θητεία μου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, κυρίως στο πλαίσιο αφενός της Διεθνούς Ημερίδας με θέμα «Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα», η οποία είχε οργανωθεί στις 15.4.2019, υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Δημοκρατίας, στο Αμφιθέατρο του Μουσείου της Ακρόπολης. Και, αφετέρου, της παρουσίασης του τόμου των Πρακτικών της ως άνω Ημερίδας, και πάλι στο Αμφιθέατρο του Μουσείου της Ακρόπολης, στις 30.1.2020.