Η ζωή μας όλη…
Κάπου έχασα τον δρόμο ανάμεσα στον Στέλιο Καζαντζίδη, τον Τάσο Λειβαδίτη και τον Άκη Πάνου με την σύγχρονη γαλλική λογοτεχνία, την οποία παρακολουθώ – κυρίως μέσω των ετήσιων βραβείων Goncourt. Και ποιος, άραγε, μπορεί να είναι ο δρόμος που συνδέει το απώτερο χθες της Ελλάδος με το σημερινό ευρωπαϊκό και παγκόσμιο ρεύμα –το οποίο σαν ψόφιο ψάρι ακολουθεί η χώρα μας; Αντικειμενικά, κανένα βουλεβάρτο δεν μας συνέχει με τα περασμένα, όχι μόνο με τα ξένα αλλά ούτε και με τα δικά μας -ιδίως με τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Οι αποστάσεις από το παρελθόν είναι αστρικές. Τα πάντα έχουν αλλάξει. Τίποτα δεν είναι το ίδιο σε τρόπους, συμπεριφορές, επιθυμίες…
Κι όμως, αυτό που μας φαίνεται μακρινό και ξεκομμένο, άλλο τόσο κοντινό και δίπλα μας είναι –σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα! Εμείς οι σημερινοί πολίτες -και οι χθεσινοί, θέλουμε δε θέλουμε –κάτι σαν κατάρα (ή ευλογία;) της φύσης- ζούμε μέσα στον ίδιο αέναο μικρό κύκλο του σκότους και του φωτός, όπου όλες οι αποστάσεις των δρόμων και των χρόνων είναι τελικά ελάχιστες. Όπου όλα επαναλαμβάνονται σε νέες «καλαίσθητες» επανεκδόσεις. Η ίδια ζωή τότε, ή ίδια ζωή και σήμερα ως προς τις αγωνίες, τις αβεβαιότητες, τους θυμούς, τις ευθύνες, τις θυσίες, τις πίκρες, τα σκοτάδια… Ανήσυχη και άδικη η ζωή τότε, ανήσυχη και άδικη η ζωή και σήμερα –απλώς σε διαφοροποιημένα επίπεδα.
Πως παρασύρθηκα σ’ αυτές τις μάλλον ενοχλητικές σκέψεις, ενώ είχα κατά νου να γράψω κάτι το γιορταστικό -κάτι το αισιόδοξο; Άκουγα την Κυριακή (12 Δεκεμβρίου) στο β΄ πρόγραμμα της κρατικής ραδιοφωνίας το αφιέρωμα στον Στέλιο Καζαντζίδη –και το μυαλό μου πρόσεξε τον στίχο του Άκη Πάνου στο τραγούδι Η ζωή μου όλη, γραμμένο στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’70: «Η ζωή μου όλη είναι μια ευθύνη / όλα μου τα παίρνει τίποτε δε δίνει, η ζωή μου όλη είναι ένα καμίνι / που έχω πέσει και με σιγοψήνει. Η ζωή μου όλη μια ανοησία / η ζωή όλη μου μια θυσία / που σκοπό δεν έχει ούτε σημασία».
Μην μου πείτε ότι το τραγούδι που ερμήνευσε ο Καζαντζίδης δεν ερμηνεύει σε μεγάλο βαθμό την παρούσα ζωή των περισσοτέρων Ελλήνων –των χαμηλόμισθων, των ανέργων, των ξενιτεμένων νέων, των μικροεμπόρων, των χαμηλοσυνταξιούχων, των νοικοκυριών που πληρώνουν χρυσάφι την θέρμανση και τον ηλεκτροφωτισμό τους, των «γηρατειών» που αναμένουν από το κράτος δύο και τρία χρόνια την σύνταξή τους –και πάει λέγοντας.
Τελικά, τι είναι οι ζωές μας, ένα ολοένα επαναλαμβανόμενο πρόγραμμα; Έτσι φαίνεται! Διαχρονικά, ανά τους αιώνες, την ίδια γη τρώμε όλοι και, όταν έρθει η ώρα, η ίδια γη θα μας φάει. «Νομίζουμε ότι είμαστε άνθρωποι, ενώ στην πραγματικότητα δεν είμαστε παρά προγράμματα –πολύ εξελιγμένα μεν, αλλά προγράμματα» («Η ανωμαλία», Ερβέ Λε Τελιέ, βραβείο Goncourt 2020, Εκδόσεις “Opera”). «Καθετί που μας περιβάλλει δεν είναι παρά ζωή, κάθε πράγμα έχει τη σημασία και την αξία του, και αρκεί να δώσεις λίγο την προσοχή σου και θα καταλάβεις ότι όλοι αποτελούμε μέρος μιας γιγάντιας συμφωνίας που, κάθε πρωί, μέσα σε μια φαντασμαγορική κοινωνία, αυτοσχεδιάζει παλεύοντας να επιβιώσει» («Δεν κατοικούν όλοι οι άνθρωποι τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο», Ζαν Πωλ Ντυμπουά, βραβείο Goncourt 2019, Εκδόσεις ‘‘ΔΩΜΑ”).
«Από Δευτέρα πάλι / πίκρα και σκοτάδι» (Τ. Λειβαδίτης).
Ας μετρούμε σιωπηλά τις υποσχέσεις που μας ψιθυρίζει η ζωή…
Φωτό: Χριστούγεννα 1960, Αθήνα/ Κώστας Μπαλάφας.