Κάπως έτσι…
Ονειρεύομαι ξύπνιος. Και μερικές φορές με παίρνει ο ύπνος μες στα όνειρα.
Τότε πετάω όπως πετούν οι άνθρωποι στα όνειρα -ανάλαφροι και έκπληκτοι που μοιάζουν αετοί των Άνδεων κι αηδόνια της Ηπείρου-, βηματίζω στις πλαγιές του ευφρόσυνου, βλέπω μπροστά μου ολοζώντανα όσα λαχταρώ για τη χώρα μου, μπαίνω στους μαιάνδρους της καθημερινότητος και βγαίνω αλώβητος, κοιτάω τα βάθη των γεγονότων απ’ όπου ξεπηδάνε άρπυιες και ετοιμάζω την πανοπλία μου, κερνάω ελπίδες τις αμήχανες στιγμές μου, βουτάω στο ποτάμι παλιών επιθυμιών και βγαίνω με χαμόγελο, σχεδόν στεγνός -με τα χρόνια, λίγα μου λείπουν κι αυτά όχι τίποτε το σπουδαίο-, σκέφτομαι αγαπημένα πρόσωπα και νιώθω υφάδι γύρω τους την έγνοια μου και τις ευχές μου (παρ’ ότι οι ευχές είναι οι άδοξες λιτανείες του «θέλω») και ύστερα με παίρνει γλυκά ο ύπνος και με πάει μέχρι αργά το πρωί, όταν σημαίνουν δυνατά οι καμπάνες του ήλιου και αρχίζει ο κύκλος της αγίας καθημερινότητος…
ΦΩΤΟ: ΣΤΑΥΡΟΣ ΧΑΜΠΑΚΗΣ