Δύο κόσμοι
Η νεότης και το γήρας. Το άλκιμον, η άψη, η φρενίτιδα και η αίσθηση του αιωνίως υπάρχειν, απέναντι στη σοφία των χρόνων, τις δραστικές αναθεωρήσεις, τις επικρίσεις για τα άγουρα χρόνια της νεότητος, την ασθμαίνουσα προσπάθεια του νεάζειν που γίνεται μελαγχολική πεποίθηση και, βέβαια, η δυναστική αίσθηση του τέλους. Δηλαδή, ο εφιάλτης του χρόνου που απομένει… Οι νεώτεροι δυσφορούν για κάτι που τους ενοχλεί. Για κάτι πού δεν θέλουν να τους συμβεί, αλλά ξέρουν ότι είναι αναπόφευκτο. Και το απωθούν, δηλαδή το πολεμούν, παντοιοτρόπως. Ακόμη και άκομψα, επιθετικά, περιφρονητικά… Όμως κάτι αντίστοιχο ανιχνεύεται και στον κόσμο των ηλικιωμένων έναντι των νεωτέρων και της νεότητος συνολικά. Ότι δεν έχουν την σοφία που συσσωρεύει ο χρόνος. Ότι το ορυχείο των ηλικιωμένων-γνώση, κρίση, νηφαλιότητα- δεν αξιοποιείται παρ ότι τυγχάνει πολύτιμο…
Αδικος κόπος: η σοφία αυτή σε τίποτε δεν ωφελεί. Οντως είναι πολύτιμη, αλλά δεν είναι προσπελάσιμη στους νέους. Τα δικά τους αισθητήρια, οι αντένες, οι ευαισθησίες και οι δυνατότητες έχουν άλλον προσανατολισμό. Ο κόσμος της νεότητος είναι ένα τεράστιο εργοστάσιο αισθημάτων, παρορμήσεων, αλαφράδας και ρίσκου. Η σοφία, προϊόν της εμπειρίας, έρχεται αργότερα. Τότε που μένει σαν πολύτιμος λίθος σε σαλόνι και ουσιαστικά δεν έχει καμμιά αξία, παρά ως αντικείμενο συζητήσεως μεταξύ ηλικιωμένων… Δύο κόσμοι χωριστά, λοιπόν. Πλασμένοι για διαφορετικό προορισμό σ΄αυτό το σύντομο πανηγύρι του ζήν. Κι αν κάτι προβάλλει επιβεβλημένο , αφορά την πλευρά των ηλικιωμένων :βαθιά κατανόηση για την συμπεριφορά των νέων, σεβασμός στα φάλτσα τους και τρυφερή σιωπή, της σοφίας η χαμογελαστή σιωπή, όταν η κουβέντα έρχεται στο αναπόφευκτο. Δηλαδή, ότι κι εκείνοι κάποτε θα γεράσουν…
Φωτό: Χαρά Γάτσιου