H ελληνική realpolitik ή το εθνικό raison d’ etat
Στην ιστορία της διεθνούς και εξωτερικής πολιτικής τόσο ο καρδινάλιος Ρισελιέ όσο και ο Μπίσμαρκ κατέχουν περίοπτη θέση. Ο πρώτος καθώς εισήγαγε την αντίληψη ότι το κράτος αποτελούσε μια αφηρημένη και διαρκή οντότητα που υφίστατο αυτόνομα. Ειδικότερα, ο Ρισελιέ τόνιζε ότι πέρα και πάνω από την προσωπικότητα του ηγεμόνα υπήρχε η θεμελιώδη έννοια του εθνικού συμφέροντος, το οποίο ακριβώς λογιζόταν στη βάση ωφελιμιστικών αρχών.
Από τον Νικόλα Παπαναστασόπουλο*
Η προσέγγιση αυτή μετουσιωνόταν στο raison d’ etat, το οποίο απαιτούσε την ικανότητα εκτίμησης της διεθνούς πραγματικότητας, όπου γνώμονα συνιστούν η διορατικότητα, η στρατηγική ευθυκρισία και η προσαρμοστικότητα ή αλλιώς ευελιξία στις γεωπολιτικές ταλαντώσεις. Όπως άλλωστε διατεινόταν ο ίδιος ο Γάλλος καρδινάλιος (!) «η σωτηρία μπορεί να αποτελούσε τον προσωπικό του στόχο, όμως ως πολιτικός ήταν υπεύθυνος για μια πολιτική οντότητα, η οποία δεν διέθετε αθάνατη ψυχή που έπρεπε να λυτρωθεί. Ο άνθρωπος είναι αθάνατος, έλεγε, η σωτηρία του βρίσκεται στο επέκεινα. Το κράτος όμως δεν είναι αθάνατο, η σωτηρία του πρέπει να διασφαλιστεί τώρα ή ποτέ». Κυρίως από τη θεώρησή του κρατούμε το ότι ένας πολιτικός οφείλει, υλοποιώντας το όραμα του raison d’ etat, να αναλύει τις αντιφάσεις του περιβάλλοντος και να καταλήγει σε μια σαφή κατεύθυνση, γεφυρώνοντας το κενό μεταξύ των εμπειριών και των φιλοδοξιών της κοινωνίας του.
Από την άλλη, ο Μπίσμαρκ εισάγοντας την realpolitik, ως μια εξωτερική πολιτική, βασισμένη σε όρους ισχύος, κατέδειξε ότι η ευφυΐα και η ιδεολογική ελαστικότητα μπορούν να μεταφραστούν σε παραγωγικά αποτελέσματα για ένα κράτος. Πέρα και πάνω από ιδεολογίες η διάγνωση των ευκαιριών και των προκλήσεων είναι κάτι που η ηγεσία μιας χώρας καλείται να ανταποκριθεί, λειτουργώντας ως φάρμακο και όχι φαρμάκι για τη μοίρα και την πορεία ενός έθνους.
Στα καθ’ ημάς και στην ελληνική ιστορία, σε ελάχιστες χρονικές στιγμές, στον ρου του έθνους υπερκεράστηκαν η κομματική ιδιοτέλεια και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις. Όταν αυτό κατέστη εφικτό η χώρα πέτυχε αυτό που φάνταζε απόρθητο, ξεφεύγοντας από το τέλμα και την εθνική της τύφλωση. Αντίθετα, όμως και τις περισσότερες φορές, τα ιδεοληπτικά φαντάσματα και στοιχειά είναι πάντα εκεί και διεκδικούν τροφή και παντοδυναμία. Αρκεί κανείς να δει τις επιλογές προσώπων που είδαν την ελληνική εξωτερική πολιτική είτε ως στοίχημα είτε ως καθρέπτη του ναρκισσισμού και των κομματικών τους εμμονών. Κατεξοχήν λοιπόν απαιτείται αλλαγή προτύπου, μέσα από τη θεσμική πλαισίωση/ εμπλαισίωση ενός κράτους εθνικής ασφάλειας, ενός κράτους «σκαντζόχοιρου». Αυτή η αλλαγή παραδείγματος τελεί, πέρα από την αναγκαία οξυγόνωση της πολιτικής και στρατηγικής μας κουλτούρας, συνάμα από τον απεγκλωβισμό από στενόκαρδα σχήματα ταυτότητας και κουλτούρας που ομφαλοσκοπούν στο παρελθόν και ναρκοθετούν το παρόν και το μέλλον της χώρας.
Το πρόσφατο ταξίδι του Έλληνα πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, μακριά από την όποια κριτική ματιά για τις ομολογουμένως και συνήθεις οβιδιακές του μεταμορφώσεις, δείχνει μια ξεκάθαρη εικόνα περί της ελληνικής realpolitik ή του εθνικού raison d’ etat. Με την ευχή να μην υπακούει ή καλύτερα να υποτάσσεται σε καιροσκοπισμό και προσκόλληση στην εξουσία, η στρατηγική αυτή επιλογή για περαιτέρω πρόσδεση στο άρμα των ΗΠΑ, μένει να εξακριβωθεί τι πρόσημο θα επάγει για τα εθνικά συμφέροντα; Και κυρίως σε ποιο επίπεδο; Οικονομικό (χρέος), εθνικά θέματα; Ιδίως στο Αιγαίο και αλλού. Κατά κύριο και αξιακό λόγο, η έννοια είτε της realpolitik ή του raison d’ etat καθυποτάσσουν το κομματικό στο εθνικό, την ιδεοληψία στον πατριωτισμό…
*Ο Νικόλας Παπαναστασόπουλος είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το συγγραφικό του έργο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ι. Σιδέρης.
Σχετική βιβλιογραφία: Kissinger H., 2014. Παγκόσμια Τάξη. Σκέψεις γύρω από τον χαρακτήρα των εθνών και την πορεία της ιστορίας. Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
**Φωτό: Θεσσαλονίκη 1917, λούστροι στην οδό Εθνικής Άμυνας