Ο χριστιανοφασισμός της Ρωσίας και η αδηφαγία της Δύσης
Εάν στο παρελθόν η ανθρωπότητα είχε να αντιμετωπίσει τον φασισμό του Μουσολίνι και τον ναζισμό του Χίτλερ, σήμερα, η Δύση έρχεται αντιμέτωπη με τον χριστιανοφασισμό του αυταρχικού καθεστώτος της Ρωσίας
Κι όμως, μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και του «σιδηρούν παραπετάσματος», κάλλιστα Δύση και Ανατολή –με τα τόσα κοινά πολιτισμικά στοιχεία, θα μπορούσαν να συνυπάρξουν ως Ευρώπη, όπως τουλάχιστον συνέβαινε μέχρι το 1917. Όπως είχε οραματιστεί την Ευρώπη ο Ντε Γκολ, από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια. Όμως τα «γεράκια» του Πενταγώνου και το «βαθύ κράτος» του αμερικανικού κατεστημένου ήταν σφόδρα αντίθετα στις προτάσεις μάλιστα της δικής τους διπλωματίας, περί ισορροπημένης συνύπαρξης μεταξύ νικητή και ηττημένου. Μεταξύ της υπερδύναμης και μιας μεγάλης χώρας.
Απ’ ότι, κιόλας, αποδείχτηκε, ούτε οι οικονομικές και οι εμπορικές σχέσεις που αναπτύχθηκαν την τελευταία τριακονταετία μεταξύ Ανατολής και Δύσης, με αμοιβαία συμφέροντα κάποιων τρισεκατομμυρίων δολαρίων και ευρώ, κατάφεραν εξαλείψουν τις εκατέρωθεν υφέρπουσες οιήσεις –ιδίως της Δύσης και του ΝΑΤΟ.
Και φτάσαμε, έτσι, στο σήμερα, στον ευρωπαϊκό πόλεμο (!) μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας –στην πραγματικότητα στην εισβολή της Ρωσίας σε μια γειτονική της χώρα, η οποία έστω την τελευταία στιγμή μπορούσε κάλλιστα να αποτραπεί. Αυτό που συνέβη πρόκειται καθαρά περί μιας μεγάλης τρέλας, αν μάλιστα σκεφθεί κανείς ότι οι λόγοι που οδήγησαν στη σύρραξη ήταν πολύ εκ των προτέρων γνωστοί, τόσο στους μεγάλους δρώντες παίκτες -της ΗΠΑ, της Ευρώπης και της Ρωσίας- όσο και στην Ουκρανία, κατά συνέπεια να υπήρχε ο αρκετός εκείνος χρόνος ώστε με αμοιβαίους συμβιβασμούς να επιλεγεί τελικά στην Α. Ευρώπη ο δρόμος του διεθνούς συμφέροντος και ασφάλειας. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά στον πλανήτη που η πολιτική της γεωπολιτικής ισορροπίας θα έδινε ειρήνη και θα αποφεύγονταν χιλιάδες νεκροί και τραυματίες, κατεστραμμένες πόλεις και εκατομμύρια προσφύγων, όπως συμβαίνει σήμερα στη σύγκρουση Ρωσίας – Ουκρανίας. Κι όμως, στη διεθνή διπλωματία, στην πιο κορυφαία στρατιωτική αντιπαράθεση του «Ψυχρού Πολέμου», υπήρχε ένα τρανταχτό παράδειγμα γεωπολιτικής σταθεροποίησης, το οποίο ουδόλως ελήφθη υπόψη. Η πυραυλική κρίση στην Κούβα, το 1962. Τότε, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, βρέθηκαν στα πρόθυρα ενός πυρηνικού πολέμου. Αιτία η εγκατάσταση στην Κούβα σοβιετικών βαλλιστικών πυραύλων με πυρηνικές κεφαλές. Ο πρόεδρος της Αμερικής, ο Τζον Κένεντι, θεώρησε ότι με την ενέργεια αυτή απειλείται άμεσα η χώρα του και ότι η εγκατάσταση σοβιετικών πυραύλων τόσο κοντά στη χώρα του διαταράσσει την ισορροπία δυνάμεων υπέρ της Μόσχας. Απείλησε την Κούβα με εισβολή, προσβολή των πυραύλων με αεροπορικές επιδρομές και προχώρησε σε ναυτικό αποκλεισμό της νήσου. Ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Νικίτα Χρουστσόφ χαρακτήρισε τον αποκλεισμό ως αιτία πολέμου (casus belli) και ο Κένεντι διέταξε στρατιωτικές προετοιμασίες. Οι δύο πλευρές βρέθηκαν κυριολεκτικά με το δάκτυλο πάνω στο κουμπί εκτόξευσης πυρηνικών πυραυλικών συστοιχιών. Τελικά, αν και ο Φ. Κάστρο της Κούβας πίεζε για επίθεση στις ΗΠΑ, ο Χρουστσόφ πρότεινε την απομάκρυνση των πυραύλων, με την προϋπόθεση ο Κένεντι να διακόψει τον ναυτικό αποκλεισμό και να δεσμευτεί ότι δεν θα εισβάλει στην Κούβα. Προτάσεις οι οποίες έγιναν αποδεκτές και απετράπη μια σύρραξη με απρόβλεπτες συνέπειες.
Μήπως η πυραυλική κρίση στην Κούβα δεν είναι πανομοιότυπη με την περίπτωση της Ουκρανίας;
Οι ευθύνες
Αυτός ο πόλεμος, αυτή η εισβολή, θα έχει μεν προσωρινό νικητή – δεν θα έχει δε οριστικό θριαμβευτή. Ούτε τελειώνει εδώ. Ο θριαμβευτής (αν ποτέ υπάρξει) θα διαφανεί τα επόμενα χρόνια καθώς σύνορα και γεωπολιτικά όρια επανασχεδιάζονται. Για την ώρα δεν υπάρχουν βεβαιότητες. Μάλλον, η μόνη βεβαιότητα που υπάρχει είναι η αβεβαιότητα. Και το μόνο σίγουρο που υπάρχει, είναι πως ο μεγάλος χαμένος – ο αιώνια χαμένος στους πολέμους, είναι ο λαός.
Επιστρέψαμε στον «Ψυχρό Πόλεμο» σε μια μεταμοντέρνα αναγέννησή του. Επιστροφή στις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Η ανασφάλεια επέστεψε. Για να σταθούν στα πόδια τους οι ηγέτες της Δύσης και της Ανατολής θέλησαν από μόνοι τους να βγάλουν τα μάτια τους. Κακά τα ψέματα, με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία υπονομεύτηκε το μεγαλύτερο πολιτικό επίτευγμα της ανθρωπότητας, που ήταν η παρακμή του πολέμου. Η εισβολή στην Ουκρανία είναι ικανή να παρασύρει τη Δύση σε μια γενικευμένη σύρραξη; Η απειλή μιας θερμοπυρηνικής αντιπαράθεσης επανήλθε; Την επικαιροποίησε πάντως με τις δηλώσεις του ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο πόλεμος πλέον (είτε ως απειλή είτε ως ενέργεια) εμφανίζεται ξανά με σφοδρότητα ως εργαλείο διαμόρφωσης των παγκόσμιων ισορροπιών. Τι άλλο μπορεί σηματοδοτεί η κοσμογονική αλλαγή της Γερμανίας, η οποία εγκαταλείπει την από δεκαετίες ostpolitik -με τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς να εξαγγέλλει στρατιωτικές δαπάνες ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ;
Αν θέλουμε να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους την ευθύνη σ’ αυτήν την οπισθοδρόμηση της ανθρωπότητας, με τη μεγάλη διακύβευση, αυτή της ευρωπαϊκής ασφάλειας, την φέρει αποκλειστικά η Δύση / ΗΠΑ / ΝΑΤΟ. Ωστόσο, το βάρος και την ενοχή φέρει αποκλειστικά ο πρώτος επιτιθέμενος, η Ρωσία. Ο Ρώσος πρόεδρος είναι αυτός που άναψε το φυτίλι. Είναι ο πρώτος που τράβηξε το περίστροφο, παίζοντας την ασφάλεια της Ευρώπης στην ρωσική ρουλέτα. Το γεωπολιτικό επιχείρημά του, βάσιμο ως ένα μεγάλο βαθμό, ότι η ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως στο ΝΑΤΟ περισφίγγει την χώρα του και την καθιστά ανά πάσα στιγμή ευάλωτη στους νατοϊκούς πυραύλους, αποστερήθηκε κατά πολύ της δύναμής του από την στιγμή που επιβλήθηκε δια της ισχύος των όπλων. Η εισβολή, ο πόλεμος που προκάλεσε στην Ουκρανία, όπως ο κάθε πόλεμος, είναι η επιτομή του παραλογισμού, της φρίκης, της θηριωδίας και της απανθρωπιάς. Τίποτε δεν μπορεί να δικαιολογήσει την εισβολή σε ένα κυρίαρχο κράτος. Η ευθύνη του Β. Πούτιν είναι ολοσχερής. Μήπως το υφιστάμενο θέμα της πιθανής γειτνίασης με τους νατοϊκούς πυραύλους ήταν το δέρας μιας γενικότερης αναθεωρητικής πολιτικής του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ανατολική Ευρώπη –και όχι μόνο; Ίδωμεν…
Από την πλευρά τους ΗΠΑ / Δύση / ΝΑΤΟ πάνω από μια δεκαετία καλλιεργούσαν το έδαφος για να καρπίσει ο σημερινός πόλεμος, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Καταρχάς, η υπόθεση αρχίνησε με μια εξαπάτηση. Την διαβεβαίωση των ΗΠΑ στον τελευταίο ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης, τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, το 1990, ότι η Βορειοατλαντική Συμμαχία δεν θα διευρυνθεί στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ. Υπόσχεση -δόθηκε προκειμένου να συναινέσει η ΕΣΣΔ στην ένωση των δύο Γερμανιών- που έμεινε στα λόγια –με το ΝΑΤΟ να εντάσσει στις τάξεις του (με την βούλησή τους βέβαια) το ένα με τα το άλλο κράτος της πρώην ΕΣΣΔ. Κι όμως, από τότε υπήρχαν προειδοποιήσεις για το μέλει γενέσθαι, ιδίως από το 1997, όπου ο Αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον αποφάσισε να εκταθεί το ΝΑΤΟ μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας. Μια ηχηρή προειδοποίηση ήταν του «γκουρού» της αμερικανικής διπλωματίας, από τα χρόνια κιόλας του «Ψυχρού Πολέμου», του διπλωμάτη Τζωρτζ Κέναν. Ο Κέναν, που ως γνωστό εθεωρείτο ο πνευματικός πατέρας του Σχεδίου Μάρσαλ, ήταν ο εμπνευστής του «δόγματος ανάσχεσης», που σήμαινε ότι η σοβιετική πίεση μπορεί να ανασχεθεί με την αποφασιστική εφαρμογή μιας αντίπαλης δύναμης, η οποία να έχει τη μορφή της διπλωματίας, όχι όμως του πολέμου. Εν ολίγοις, ο Κέναν, επί εποχής ακόμη «Ψυχρού Πολέμου», ήταν αντίθετος στη ξέφρενη κούρσα για την απόκτηση συμβατικών όπλων και πυρηνικών. Αντίθετος στην επιθετικότητα που επιδείκνυαν οι ΗΠΑ στην Σοβιετική Ένωση.
Το 1997, σε προχωρημένη μάλιστα ηλικία, ο «γκουρού» της αμερικανικής διπλωματίας θα γράψει στους «New York Times»: «Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ θα είναι το χειρότερο σφάλμα της αμερικανικής πολιτικής σε ολόκληρη την μεταψυχροπολεμική εποχή. Αυτή η απόφαση μπορεί να τονώσει τις εθνικιστικές, αντιδυτικές και μιλιταριστικές τάσεις στη Ρωσία, να επιδράσει αρνητικά στην ανάπτυξη της ρωσικής δημοκρατίας, να επαναφέρει ψυχροπολεμικό κλίμα στις σχέσεις Ανατολής – Δύσης και να ωθήσει τη ρωσική πολιτική σε κατευθύνσεις που δεν θα μας είναι αρεστές».
Η αμερικανική πολιτική
Η βραδυφλεγής βόμβα πυροδοτήθηκε –και εξερράγη σήμερα- τον Απρίλιο του 2008, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, στο Βουκουρέστι. Τότε, η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους (του νεότερου) πίεσε να προσκληθούν άμεσα προς ένταξη στο ΝΑΤΟ η Ουκρανία και η Γεωργία. Η πρόταση δεν πέρασε τελικώς, ωστόσο οι χώρες αυτές αναφέρθηκαν ρητά στο κοινό ανακοινωθέν ότι θα γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ –παρά το γεγονός η Γαλλία και η Γερμανία αντιτάχτηκαν, μιλώντας για την ανάγκη να μην αγνοηθούν τα συμφέροντα ασφαλείας της Μόσχας. Στην πρόθεση της Συνόδου Κορυφής περί της μελλοντικής ένταξης της Ουκρανίας και της Γεωργίας στους κόλπους του ΝΑΤΟ, αντέδρασε έντονα και ο τότε πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Μόσχα, Γουίλιαμ Μπερνς – ο οποίος σήμερα επί κυβέρνησης Τζο Μπάιντεν είναι επικεφαλής της CIA. Ο Μπερνς, σε τηλεγράφημα του στην τότε υπουργό Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις, προειδοποίησε πως κάτι τέτοιο θα είχε καταστροφικές συνέπειες. Όμως, φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Η αμερικανική πολιτική ήταν βαθιά εμποτισμένη στις γεωπολιτικές προτάσεις του Ζ. Μπρεζίνσκι –του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, την περίοδο 1977 -1981, επί προεδρίας Τζίμι Κάρτερ. Η γεωπολιτική πρόταση του Μπρεζίνσκι, διατυπωμένη στο βιβλίο του «Η μεγάλη σκακιέρα» (Εκδόσεις ‘‘Λιβάνη ’’), συνίστατο στο εξής: «Αν ως ΗΠΑ, θέλουμε να αποδυναμώσουμε πλήρως και να ελέγξουμε πλήρως τη Ρωσία, πρέπει να αποσπάσουμε την Ουκρανία από τις ρωσικές δομές».
Η εν λόγω πολιτική της Αμερικής και του ΝΑΤΟ βάσιμα τροφοδότησε στον Βλαντιμίρ Πούτιν το αίσθημα περικύκλωσης της χώρας του. Ο Ρώσος πρόεδρος, λίγους μήνες μετά την Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, απάντησε με τον πόλεμο και την επικράτηση του στη Γεωργία, και αργότερα, το 2014, με την απόσχιση της Κριμαίας –στέλνοντας το μήνυμα σε ΗΠΑ, Δύση, ΝΑΤΟ, ότι δεν πρόκειται να δεχτεί τετελεσμένα.
Παρόλα αυτά, οι ΗΠΑ / Ε.Ε συνέχισαν να τροφοδοτούν με προσδοκίες την Ουκρανία για ένταξή της στους βορειοατλαντικούς και ευρωπαϊκούς μηχανισμούς –παρασύροντας την στην ουσία στην καταστροφή, με το Κίεβο να αποθέτει την εθνική οντότητά του, την ευημερία του και την ασφάλειά του αποκλειστικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ και η Δύση γενικότερα υποτίμησαν απ’ ότι φαίνεται τον Βλαντιμίρ Πούτιν, και το σημερινό καθεστώς του Βολοντίμιρ Ζελένσκι αδιαφόρησε απ’ ότι φαίνεται για τον πολεμοχαρή γείτονά του –αν και αρκετό καιρό πριν την εισβολή του στην Ουκρανία είχε δείξει τα δόντια του (Γεωργία, Τσετσενία, Κριμαία). Και στην ώρα μηδέν, την ώρα της εισβολής και του πολέμου, η Ουκρανία και ο δυστυχής Ζελένσκι βρέθηκαν ολομόναχοι να αντιμετωπίσουν τον Ρώσο εισβολέα. Κανένας δυτικός «σύμμαχος» και κανένας «φίλος» δεν επεδίωξε άμεση εμπλοκή στον πόλεμο, στο πλευρό της Ουκρανίας –και πολύ σωστά, γιατί αυτό θα προκαλούσε γενικότερη ανάφλεξη, ίσως έναν τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι παίζεται το βρομερό παιγνίδι των συμφερόντων και του πολέμου! Ωστόσο, δυστυχής άνθρωπος –εκτός από αλαζόνας, αποδείχτηκε και ο Β. Πούτιν ο οποίος σχεδίασε (μήνες πιο πριν) έναν πόλεμο, εκτιμώντας ότι θα πιάσει την Δύση κοιμώμενη στην παρακμή και την ευδαιμονία της –καταφέρνοντας τελικά την αφύπνισή της και την δυναμική επιστροφή της στο διεθνές γίγνεσθαι. Η ουσία, πάντως δεν είναι άλλη, από αυτό που περιέγραψε σε δηλώσεις του ο τελευταίος πρέσβης των ΗΠΑ στην Σοβιετική Ένωση, Τζακ Ματλόκ: «Η κρίση δεν θα είχε εμφανιστεί εάν η επέκταση του ΝΑΤΟ ήταν εναρμονισμένη με την οικοδόμηση μιας δομής ασφαλείας στην Ευρώπη που θα περιλάμβανε τη Ρωσία».
Τα προσχήματα
Προσπερνώντας κανείς το αναφαίρετο δικαίωμα μιας κυρίαρχης και ανεξάρτητης χώρας να επιλέγει τις πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές της συνυπάρξεις -αν και η αξίωση μιας χώρας είναι συνδυασμός πολλών άλλων παραγόντων, σε κάθε περίπτωση η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ήταν ακόμη στο στάδιο της επιθυμίας και του ενδεχόμενου. Συνεπώς, το υπάρχον γεωπολιτικό πλαίσιο σε καμία περίπτωση δεν συνιστούσε άμεση απειλή εναντίον της Ρωσίας. Επομένως, προς τι η άμεση στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία; Ποιον στ’ αλήθεια επείγοντα κίνδυνο θέλησε να προλάβει η Ρωσία, όταν μάλιστα ως μεγάλη χώρα που είναι διαθέτει τεράστια πολεμική μηχανή και πυρηνικό οπλοστάσιο;
Ότι το θέμα του ΝΑΤΟ, σε αυτή τουλάχιστον την φάση, ήταν μάλλον ένα μεγάλο πρόσχημα –όχι βέβαια ανύπαρκτο, είναι το γεγονός της διαρκούς εναλλαγής των επιχειρημάτων από τον ίδιο τον Βλαντιμίρ Πούτιν καθ’ όλη την περίοδο της στρατιωτικής εισβολής -την οποία βέβαια ουδέποτε αποκάλεσε έτσι. Η ειδική στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία, όπως την χαρακτήρισε, πότε απέβλεπε στην αποναζιστικοποίηση του καθεστώτος του Εβραίου Ζελένσκι και πότε στην προστασία των ρωσόφιλων πληθυσμών της Ανατολικής Ουκρανίας. Ως προς το τελευταίο γεννάται η απορία: δεν αρκούσε μέσω της διπλωματίας –έστω με την απειλή βίας- μια διεθνής συμφωνία – αναγνώριση των ρωσόφιλων περιοχών / πληθυσμών; Άλλωστε ο Ρώσος πρόεδρος δεν είχε σπεύσει λίγο πριν από την επέμβαση να αναγνωρίσει μονομερώς τις αυτονομημένες περιοχές της επαρχίας του Ντονμπάς; Κι αν έκρινε ότι αυτό από μόνο του δεν ήταν επαρκές, γιατί δεν προχώρησε -έστω με μια ελάσσονα βία, σε μια περιορισμένη στρατιωτική ενέργεια στις δικές του ρωσόφωνες περιοχές ώστε να επιτύχει μια ντε φάκτο αυτονόμηση - αναγνώριση, παρά επεκτάθηκε σε ανηλεείς βομβαρδισμούς σε ολόκληρη σχεδόν την επικράτεια της Ουκρανίας και σε μια μαζική είσοδο μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων από τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις στην ατυχή χώρα;
Ουκρανία 2022 / Φωτογραφία, Άρης Μεσήνης
Ως προς την ύπαρξη νεοφασιστικών / νεοναζιστικών ομάδων στην Ουκρανία, αυτό είναι γεγονός. Με την επισήμανση ότι, το νεοναζιστικό κόμμα που υπάρχει σήμερα στην Ουκρανία στις προηγούμενες εκλογές έμεινε εκτός Βουλής, με ποσοστό ψήφων 2,15% -με την γενικότερη αποδοχή του στον πληθυσμό να μην υπερβαίνει το 7%. Όπως είναι γεγονός η ακραία δράση της παραστρατιωτικής ουκρανικής οργάνωσης, του λεγόμενου Τάγματος του Αζόφ, το οποίο ενεργούσε σχεδόν πάντοτε στο πλευρό του επίσημου εθνικού στρατού της Ουκρανίας, στις κατά καιρούς συγκρούσεις τους με τους ρωσόφωνους αυτονομιστές στα νοτιοανατολικά σύνορα της χώρας. Αυτό, σε καμία περίπτωση δεν συνιστά πολιτικό και ιδεολογικό θεμέλιο για μια στρατιωτική εισβολή. Σε όλες πλέον τις χώρες, υπάρχουν νεοφασιστικές / νεοναζιστικές οργανώσεις. Στη Ρωσία δρα η νεοναζιστική οργάνωση «Ρωσικό Αυτοκρατορικό Κίνημα» με έδρα την Αγία Πετρούπολη. Η οργάνωση διατηρεί παραστρατιωτικό τμήμα, την «Αυτοκρατορική Λεγεώνα» καθώς κι ένα στρατόπεδο στα περίχωρα της Πετρούπολης όπου παρέχει στρατιωτική εκπαίδευση στα μέλη της. Και σε αντιστοιχία με το «Τάγμα Αζόφ», στελεχώνει τις δυνάμεις των αυτονομιστών στο Ντονμπάς.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως, οι έννοιες και οι λέξεις χάνουν την σημασία τους όταν σε μια χώρα υπάρχουν εμφύλια μίση, εθνοτικές διαφορές και σκληρές εκατέρωθεν συγκρούσεις ή, όταν σημειώνονται πολεμικές αναμετρήσεις αναμεταξύ γειτόνων. Πόσο περισσότερο φασίστες μπορεί να είναι οι συγκροτούντες το «Τάγμα Αζόφ» από τους σκληρούς Λεγεωνάριους και τους ακραίους Τσετσένους που χρησιμοποιεί η Ρωσία για να κάμψει την αντίσταση των Ουκρανών; Πόσο λιγότερο φασισμό εμπεριέχει το ακραίο τσετσένικο τάγμα του Καντίροφ από το ουκρανικό του Αζόφ; Και τι είδους χριστιανός ηγέτης μπορεί να είναι αυτός και δη ορθόδοξος, όπως τουλάχιστον αυτοπροβάλλεται, όταν δίνει εντολή ισοπέδωσης ουκρανικών πόλεων και εξόντωσης γειτονικών ομόθρησκων και όμαιμων πληθυσμών; Όταν στην συμφορά τους μετέρχεται όλων των μέσων, ρίχνοντας στη μάχη μέχρι και φανατικούς ισλαμιστές;
Ο χριστιανοφασισμός της Ρωσίας
Εάν στο παρελθόν η ανθρωπότητα είχε να αντιμετωπίσει τον φασισμό του Μουσολίνι και τον ναζισμό του Χίτλερ, που στοίχισε κάτι 60 εκατομμύρια νεκρούς, σήμερα, με την τροπή που δεν έπρεπε να πάρουν τα πράγματα, η Δύση έρχεται αντιμέτωπη με τον χριστιανοφασισμό του αυταρχικού καθεστώτος της Ρωσίας. Αν η Δύση / Ευρώπη είναι η «Αυτοκρατορία των ψεμάτων» κατά τον Βλαντιμίρ Πούτιν, η Ρωσία είναι η «Αυτοκρατορία της υποκρισίας». Ο ίδιος ο ηγέτης της χώρας, επί δύο και πλέον δεκαετίες πρόεδρος της, στο τέλος των σωρηδόν αιτιολογιών του, αποκάλυψε τους πραγματικούς λόγους της εισβολής στην Ουκρανία: «Ρώσοι και Ουκρανοί είναι ο ίδιος λαός», είπε σ’ ένα από τα διαγγέλματά του. Όταν ένας άνθρωπος βρίσκεται επί μακρόν στο τιμόνι της χώρας του –όχι και με τόσο δημοκρατικούς τρόπους, αφενός την αισθάνεται ως κτήμα του και αφετέρου κατακλύζεται από μια αλαζονική υψηλοφροσύνη -νομίζοντας ότι είναι ο ένας και ο μοναδικός για να ομιλήσει με την Ιστορία. Ακριβέστερα, για να ξαναγράψει την Ιστορία όπως την έχει συλλάβει η έπαρσή του και η φαντασίωσή του. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν πράττει και ομιλεί ορμώμενος από τον Μεσαίωνα, από τους σλάβους πολιτισμικούς προγόνους του, τους Ρως –που τότε κατοικούσαν στη σημερινή Ρωσία, Λευκορωσία και Ουκρανία, στη δε εποχή της πλήρους εξάπλωσής τους εκτείνονταν από τα Βαλκάνια και τη Μαύρη Θάλασσα έως τη Βαλτική, και από τα Καρπάθια μέχρι τα Ουράλια όρη. Ίσως ο Βλαντιμίρ Πούτιν εξισώνει τον εαυτό του με τον αρχηγό του κράτους των Ρως (980 – 1015), τον Μέγα Πρίγκηπα του Κιέβου, τον Βλαδίμηρο τον Α΄. Από τον Μέγα Πρίγκηπα του Κιέβου αντλεί και προβάλει την ορθόδοξη χριστιανή προσήλωσή του. Όπως είναι γνωστό, οι Ρως (Ρώσοι) εκχριστιανίστηκαν από τον Βλαδίμηρο Α΄, υπό την προτροπή των Βυζαντινών. Όταν ο Ρως ηγεμόνας κατέλαβε την Χερσώνα (Ουκρανία), οι Βυζαντινοί προκειμένου να λήξουν οι εχθροπραξίες υποχώρησαν, και έδωσαν την πορφυρογέννητη Άννα, αδελφή του Αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄ του Βουλγαροκτόνου, ως σύζυγο στον Βλαδίμηρο Α΄ -με τον όρο να γίνει χριστιανός και να εκχριστιανίσει τον λαό του. Πράγματι βαπτίστηκε χριστιανός και ακολούθησε η ομαδική βάπτιση των Ρως στα νερά του Δνείπερου ποταμού.
Εκτός από το ίνδαλμα του Πρίγκηπα του Κιέβου, στο μυαλό του Β. Πούτιν πρέπει να φαντασιώνονται κι άλλα ιστορικά πρόσωπα και να ισοσταθμίζει τον εαυτό του με αυτά. Με τον Πέτρο Α΄ της Ρωσίας, τον Μέγα Πέτρο, τον τσάρο του ρωσικού βασιλείου (1682 – 1725), όπου υπό την ηγεσία του η Ρωσία είχε μετατραπεί σε υπερδύναμη της Β.Α. Ευρώπης. Ακόμη, και με την Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας, την επονομαζόμενη «Μεγάλη», όπου επί των ημερών της (1729 – 1796) η Ρωσία είχε γίνει η μεγαλύτερη χώρα της Ευρώπης –με προσθήκη εδαφών επί της Κριμαίας και της Μαύρης Θάλασσας.
Αν στο πίσω μέρος του μυαλού του Βλαντιμίρ Πούτιν δεν βρίσκεται η αναβίωση της ρωσικής αυτοκρατορίας ή, εάν δεν φαντάζεται την επικράτεια του –συνεπικουρούμενος από το Πατριαρχείο της Μόσχας και πάσης Ρωσίας- ως συνέχεια (Γ΄ Ρώμη) της βυζαντινής αυτοκρατορίας, οπωσδήποτε όραμά του σε μια αναθεωρητική πολιτική του πρέπει να είναι μια νέα τάξη πραγμάτων στην οποία θα ηγεμονεύει ο ίδιος. Εξ ου και οι απειλές που εκτοξεύει σε όλες τις όμορες χώρες του. Κάτι ανάλογο με τον μακρόβιο ηγέτη της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος, κι αυτός κινούμενος σε μια αναθεωρητική γραμμή, και ορμώμενος από την εποχή του Μωάμεθ του Πορθητή (ούτε καν από τον Κεμάλ Ατατούρκ), θέλει να ξαναγράψει την Ιστορία και συλλογίζεται τη νέα οθωμανική αυτοκρατορία και τη «μεγάλη γαλάζια πατρίδα».
Το όποιο δίκιο διέθετε ο Βλαντιμίρ Πούτιν, σχετικά με την ύπαρξη του ΝΑΤΟ στα πλευρά του, χάθηκε κάτω από τις ερπύστριες των αρμάτων μάχης που διέταξε να εισβάλουν στην Ουκρανία. Το όποιο κύρος διέθετε διεθνώς μέχρι εκείνη την στιγμή, κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Ξέπεσε στα μάτια εκατομμυρίων ανθρώπων και, κυρίως, κατέστησε τους Ουκρανούς πιο Ουκρανούς. Πατριώτες. Κανείς Ουκρανός, εκτός ίσως στις ανατολικές επαρχίες της χώρας, δεν υποδέχτηκε τον ρωσικό στρατό ως απελευθερωτή –όπως ενδεχομένως να ανέμενε ο Ρώσος πρόεδρος. Τουναντίον, κάτοικοι περιοχών που είχαν καταληφθεί κινήθηκαν με σημαίες της πατρίδας τους κατά των Ρώσων εισβολέων, αποδοκιμάζοντας τους με συνθήματα «Φασίστες» και «Φύγετε». Στο πεδίο των μαχών, η σθεναρή αντίσταση των Ουκρανών εναντίον του ρωσικού στρατού κατοχής αυτό που απέδειξε είναι ότι η Ουκρανία είναι ξεχωριστό Έθνος κι ότι ο λαός της πολέμησε υπέρ βωμών και εστιών. Κι όταν ο άμαχος πληθυσμός, πάνω από δυόμισι εκατομμύρια Ουκρανοί εξαναγκάστηκαν λόγω των βομβαρδισμών να εγκαταλείψουν τις εστίες και την γη τους, και πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς σε γειτονικές χώρες για να σώσουν τις ζωές τους, μόλις το 10% κατέφυγε στη Ρωσία.
Ετερογονία των σκοπών
Στην εισβολή στην Ουκρανία ανέκυψαν καταστάσεις που δεν ανέμενε ο Ρώσος πρόεδρος. Λειτούργησε η θεωρία της ετερογονίας των σκοπών. Άλλο σχεδιάζε κι άλλο προέκυψε –και επιβεβαιώθηκε η ρήση του σοφού Κομφούκιου «όταν θέλεις το κακό του άλλου, σκάψε δύο λάκκους». Αυτό που πέτυχε ο Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν να νεκραναστήσει το ΝΑΤΟ, έναν «εγκεφαλικά νεκρό» οργανισμό κατά τον Γάλλο πρόεδρο Ε. Μακρόν, και να συσπειρώσει μια Ευρώπη / Ε.Ε ετερόκλιτων συμφερόντων σε ένα κοινό μέτωπο εναντίον του. Άνοιξε εναντίον του δύο μεγάλα μέτωπα, από εκεί που δεν το περίμενε –έστω σε τέτοιο βαθμό και ένταση, που θα τα βρει μπροστά του. Με τις βαριές οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν εναντίον της χώρας του, να είναι πιθανόν το «φτυάρι» που σιγά – σιγά θα του σκάβει τον δικό του λάκκο…
Υπάρχουν απόψεις που αντιστρατεύονται την τόση έντονη αντίδραση της Ευρώπης εναντίον του Βλαντιμίρ Πούτιν και τα τόσο ακραία οικονομικά μέτρα που ελήφθησαν εναντίον της Ρωσίας. Όλες σωστές σε γενικές γραμμές, αν και η αντενέργεια της Δύσης ήταν μονόδρομος από την στιγμή ο Ρώσος ηγέτης αποφάσισε να διαβεί τον Δνείπερο. Πάντως, ας μην αγνοείται, ότι στην Ουκρανία δεν είναι ο πρώτος πόλεμος / εισβολή που διεξάγεται μεταπολεμικά επί ευρωπαϊκού εδάφους –χωρίς όμως τις προηγούμενες φορές να έχουν επιβληθεί αντίστοιχα σκληρά πολιτικά και οικονομικά αντίποινα στους πολέμαρχους και τους εισβολείς. Δικαιολογημένη και η οργή του Ελληνισμού -για τα δυο μέτρα και δυο σταθμά στην βάρβαρη εισβολή στην Κύπρο, το 1974, αναφορικά με το σημερινό ουκρανικό ζήτημα –ο οποίος Ελληνισμός χρόνια τώρα βλέπει ανέγγιχτη την εισβολέα Τουρκία, άνευ δραστικών κυρώσεων εναντίον της –πέραν των κάποιων αυστηρών καταδικαστικών ψηφισμάτων διεθνών οργανισμών. Στην ουσία άνευ αντικρίσματος καθώς σχεδόν μισό αιώνα το 40% των εδαφών της μαρτυρικής νήσου παραμένει υπό στρατιωτική τουρκική κατοχή. Αναμφίβολα η κατοχή της Κύπρου, ας σημειωθεί μέλος της Ε.Ε, είναι η μεγάλη ντροπή των ΗΠΑ και της Ευρώπης – που επιτέλεσαν ή ανέχθηκαν ένα έγκλημα σε βάρος ενός ανεξάρτητου κράτους.
Πόλεμοι
Εισβολές / πόλεμοι επί ευρωπαϊκού εδάφους μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με χιλιάδες νεκρούς, εκτός της Κύπρου, σημειώθηκαν ακόμη στην Ουγγαρία (εισβολή ΕΣΣΔ, το 1956), στην Τσεχοσλοβακία (εισβολή ΕΣΣΔ, το 1968) και, βέβαια, σε πολεμική επιχείρηση συμπεριλαμβάνεται η απροκάλυπτη επέμβαση της Δύσης στην υπό διαίρεση Γιουγκοσλαβία (1991 – 1995) και οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ στο Βελιγράδι (1999) προκειμένου να αποσχισθεί το Κόσοβο και να καταστεί ξεχωριστή κρατική οντότητα. Οι τραγωδίες ιδιαίτερα της Κύπρου και της Γιουγκοσλαβίας συνιστούν κατάφωρη παραβίαση / αλλαγή συνόρων και εδαφών, κατάδηλη καταστρατήγηση του διεθνούς δικαίου –και φέρουν αποκλειστικά την ευθύνη της Δύσης – ΗΠΑ. Και όσα συνέβησαν στις δυο αυτές πολύπαθες χώρες σε τίποτε δεν διαφέρουν απ’ όσα γίνονται σήμερα στην Ουκρανία.
Οι ιδιαίτερες διαφορές που επικράτησαν στη Γιουγκοσλαβία / Σερβία / Κόσοβο, σε σχέση με τα δραματικά τεκταινόμενα στην Ουκρανία, ουδόλως μειώνουν το μέγεθος του εγκλήματος που διαπράχτηκε τότε ή τις ευθύνες των πρωτεργατών. Τότε, σημειώνεται, με την κατάρρευση του κομμουνισμού, ξέσπασαν εθνοτικοί πόλεμοι. Κι αν δεν αναβίωσαν οι παλιές συγκρούσεις των Βαλκανίων, αναζωπυρώθηκε σίγουρα η διαίρεση της θρησκευτικής πίστης. Η κάθε μια πλευρά θεώρησε ότι η θρησκεία αποτελούσε στοιχείο εθνοτικής ταυτότητας (Σέρβοι / Ορθόδοξοι, Κροάτες / Καθολικοί, Βόσνιοι / Μουσουλμάνοι). Ωστόσο, πίσω από τον εθνοτικό μανδύα της κάθε πλευράς, βρισκόταν το «χαρτί» του εθνικισμού που έπαιξαν για τη διάσωσή τους ολοκληρωτικά καθεστώτα και ηγέτες. Ο Σέρβος Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς και ο Κροάτης Φράνιο Τούτζμαν, κομμουνιστές ηγέτες και οι ίδιοι, ήταν έτοιμοι από καιρό να κατέβουν από το άρμα του κομμουνισμού και να ανέβουν σε αυτό του εθνικισμού προκειμένου να διασωθούν πολιτικά.
Για την ιστορία, απλώς να αναφερθεί, ότι για τα γεγονότα της Γιουγκοσλαβίας υπήρξε κι άλλη «ανάγνωση», σύμφωνα με την οποία η Δύση (ΝΑΤΟ) επενέβη πολύ αργά (1999). Όντως, από μια άποψη, υπήρξε αδράνεια, όταν το Σεράγεβο πολιορκούνταν για τέσσερα χρόνια από τους Σέρβους, και όταν οι Σερβοβόσνιοι κατέσφαξαν τους μουσουλμάνους στη Σρεμπρένιτσα (1995). Σε κάθε περίπτωση, όποιο ατόπημα συνιστά η μονομερής ενέργεια του Βλαντιμίρ Πούτιν να αναγνωρίσει ανατολικές επαρχίες της Ουκρανίας, είναι του ίδιου μεγέθους της αναγνώρισης που προσέφερε η Δύση (ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία) στη μονομερή ανεξαρτησία του Κοσόβου από τη Σερβία. Κάλλιστα ο Ρώσος πρόεδρος μπορεί να επικαλεστεί ότι ακολούθησε την πεπατημένη – αν κι ένα έγκλημα δεν θα πρέπει ποτέ να νομιμοποιεί ένα επόμενο και ένα μεθεπόμενο, όπως και το αντίθετο –ένα έγκλημα να δικαιώνει το προηγούμενο. Γιατί έτσι οι κοινωνίες, η ανθρωπότητα, μετατρέπονται σε μια απέραντη ζούγκλα που βασιλεύουν τα όπλα και η βία.
Η Ελλάδα
Όσον αφορά την Ελλάδα ο ρωσο – ουκρανικός πόλεμος, η σύγκρουση Ανατολής – Δύσης, γεωπολιτικά την ωφελεί -και ταυτόχρονα την ζημιώνει. Το κέρδος καταγράφεται στο γεγονός ότι απομακρύνεται ο κίνδυνος μιας επιθετικής ενέργειας της Τουρκίας εναντίον της. Ένας κίνδυνος ο οποίος για πολλούς αναλυτές ήταν άμεσος, κρίνοντας την συνεχή επιθετική ρητορική του Τούρκου προέδρου τους τελευταίους μήνες. Η επιχειρηματολογία του Νταγίπ Ερντογάν -όμοια με αυτή του Ρώσου προέδρου για την εισβολή στην Ουκρανία, εάν ασκηθεί επί του πεδίου θα συναντήσει την ίδια πολιτική και οικονομική αντίπραξη που ακολούθησε σύσσωμη η Δύση στη περίπτωση της Ρωσίας, η οποία Δύση με τα γεγονότα της Αν. Ευρώπης φαίνεται να διαμορφώνει πλέον ενιαία γραμμή Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας. Δεν θα θελήσει για πολλούς εσωτερικούς και εξωτερικούς λόγους ο Τούρκος Πρόεδρος να διασπάσει αυτή την γραμμή. Για την ώρα τουλάχιστον.
Από την άλλη, στη διαίρεση που προκλήθηκε, η Τουρκία είναι σφόδρα χρήσιμη στη Δύση / ΝΑΤΟ / ΗΠΑ. Ας μην υπάρχουν αυταπάτες ότι δεν θα προστρέξει να προσφέρει τις υπηρεσίες της, προσδοκώντας να τις εξαργυρώσει στο μέλλον. Το «δίνω – παίρνω» είναι κανόνας σε τέτοιες περιπτώσεις. Κι ας μην υπάρχουν οι ψευδαισθήσεις εκείνες ότι η εξαργύρωση που θα ζητήσει – απαιτήσει ο Ταγίπ Ερντογάν δεν θα έχουν επίκεντρο την Ελλάδα. Ο αναθεωρητισμός δεν έχει φύγει από το μυαλό του. Αυτό που αποφεύγει σήμερα η Ελλάδα, όπως όλα δείχνουν, δεν σημαίνει ότι θα το γλιτώσει στο μέλλον. Ίσως, αυτός να είναι ο λόγος, παίρνοντας βέβαια μεγάλο ρίσκο, που η ελληνική κυβέρνηση συμμετείχε στις κυρώσεις της Δύσης με μέτρα «πρώτης γραμμής» -αποστέλλοντας στην Ουκρανία πολεμικό υλικό. Για να τύχει με τη σειρά της, στη μελλοντική περίπτωση του «ο μη γένοιτο», υποστήριξη «πρώτης γραμμής» σε όλα τα επίπεδα. Ο μονόπλευρος υπολογισμός για μια μικρή χώρα ίσως να είναι ο μόνος δρόμος –όχι ακίνδυνος, για να ελπίζει να βρεθεί στη σωστή πλευρά της Ιστορίας και να εξέλθει ωφελημένη.
Ποντάροντας στο «χαρτί» της Δύσης η Ελλάδα πότε βγήκε κερδισμένη και πότε ζημιωμένη. Σε κάθε περίπτωση, τα επικρατούντα συμφέροντα της κάθε εποχής θα είναι αυτά που θα κρίνουν την πορεία και την τύχη της. Ας μην αγνοείται ότι τα συμφέροντα της Δύσης / Συμμάχων έσπρωξαν την Ελλάδα στην εθνική της ολοκλήρωση, στη Σμύρνη το 1919, και πάλι τα συμφέροντα των ίδιων Συμμάχων (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία) ήταν αυτά που της τράβηξαν το χαλί κάτω από τα πόδια της και την οδήγησαν στη μεγαλύτερη ταπείνωση της Ιστορίας της (Σμύρνη, 1922).
Από την άλλη, ας μην διαφεύγει, η τακτική της Ρωσίας. Τα τελευταία τουλάχιστον εκατό πενήντα χρόνια ουδέποτε βοήθησε τον Ελληνισμό. Τουλάχιστον από τον κριμαϊκό πόλεμο και μετά προώθησε τα συμφέροντα του πανσλαβισμού –βουλγαρικό εθνικισμό (σε βάρος της Μακεδονίας), εγκαταλείποντας το «χαρτί» της θρησκείας / ορθοδοξίας –ένα απλά «εργαλείο» προώθησης της πολιτικής της και τίποτε παραπάνω, αν και το χρησιμοποιεί και σήμερα, ψευδεπίγραφα βέβαια, στην Βαλκανική. Και το «ξανθό γένος», στην σοβιετική του εκδοχή, είτε υπό τον Λένιν είτε υπό τον Στάλιν, προέβη σε φοβερές εκκαθαρίσεις σε βάρος ελληνικών πληθυσμών του Καυκάσου (κυρίως Ποντίων), η δε συμμαχία του Λένιν με τον Κεμάλ Ατατούρκ συνέβαλε τα μέγιστα στην τραγωδία της Σμύρνης. Να υπογραμμιστεί, ακόμη, ότι η σημερινή εξωτερική πολιτική της Ρωσίας (Σεργκέι Λαβρόφ) αποκαλεί την κατεχόμενη Κύπρο ως «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου».
Τα προαναφερόμενα, ουδόλως δεν απαγορεύουν σε μια χώρα να ασκεί πολυδιάστατη πολιτική, ανεξάρτητα από το τι την χωρίζει από το παρελθόν / παρόν με άλλη χώρα. Το παγκόσμιο σύστημα είναι πλέον πολυπολικό. Και η Ρωσία, με ή χωρίς τον Πούτιν, είναι μια μεγάλη δύναμη με βαρύνουσα επιρροή στις περιοχές της Α. Μεσογείου όπου βρίσκονται και τα συμφέροντα της Ελλάδος. Όμως οι πόρτες του φρενοκομείου άνοιξαν. Ο κόσμος χωρίστηκε πάλι στα δύο και οι νέες συμμαχίες που θα συνάψουν οι μεγάλοι παίκτες, και τα νέα συμφέροντα που θα προκύψουν, θα κρίνουν και το μέλλον των μικρών. Ο Θεός να βάλει το χέρι του.