Πίσω από τις λέξεις
Οι 153 με θρησκευτική σιωπή, πλέον, ψήφισαν ό,τι υπαγορευόταν προς ψήφιση. Το μέγα ερώτημα ενός τυχαίου υπηρέτη της λογικής θα ήταν “μα δεν διαφωνεί κανείς;”
Ο Φρόιντ, κάποτε, είχε κάνει λόγο για τη “μαγική χρήση των λέξεων”, λέγοντας: “Άλλοτε διεγείρουν και άλλοτε ηρεμούν”. Αυτό ήρθε στον νου διαβάζοντας τη δήλωση του Πάνου Σκουρλέτη: “Ζούμε σε συνθήκες μιας διαρκούς πολιτικής ήττας. Είμαστε αναγκασμένοι διαρκώς να κάνουμε συμβιβασμούς. Αλλά ταυτόχρονα να μπορούμε να διακρίνουμε και ποιες είναι οι μικρές έστω δυνατότητες για να σώζουμε ή να κερδίζουμε πράγματα από τη συμφωνία με τους θεσμούς”. Τα είπε αυτά μιλώντας στη Νομαρχιακή Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ Πειραιά στις 8 Ιουνίου 2017.
Πρόκειται για μια καταστροφική επίγνωση μιας πορείας που, σε πρώτη ανάγνωση, δηλώνει τον συμβιβασμό με την ήττα και την ατυχή προσπάθεια μετουσίωσής της. Εκτός από το προφανές, όμως, τί είναι αυτό που οδηγεί κάποιον στην παραδοχή της ήττας και ταυτοχρόνως να συμβιβάζεται με αυτήν χωρίς να αρθρώνει τη δεδηλωμένη από το παρελθόν “επαναστατική” του αντίδραση και προοπτική; Κατά την ψήφιση στη Βουλή του πρώτου και δεύτερου Μνημονίου -ναι, τότε τα ονοματίζαμε κανονικά Μνημόνια, χωρίς προκατασκευασμένες τύψεις- περίπου 60 βουλευτές των “Σαμαροβενιζέλων” έχασαν τις έδρες τους, είτε διαφωνώντας και αποχωρώντας είτε διαγραφόμενοι από τα κόμματά τους σε όλη αυτήν τη μακρά διάρκεια των μνημονιακών πολιτικών ζυμώσεων. Συνέβη κάτι μαγικό και η κυβερνητική πλειοψηφία προσγειώθηκε στην πραγματικότητα; Ίσως, αλλά είναι κάτι που δεν θα μάθουμε ποτέ.
Το μυστικό ακούει στο όνομα “Κώδικας Δεοντολογίας για τους υποψήφιους βουλευτές” που έθεσε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για τους υποψηφίους στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Αυτός όριζε ότι αν κάποιος ήθελε να μπει στη λίστα των υποψηφίων θα έπρεπε να συμφωνήσει εγγράφως ότι όποιος διαφωνούσε θα έπρεπε να παραδώσει αυτομάτως την έδρα του. Κοντολογίς, να παραδώσει τη βουλευτική του αποζημίωση. Για την ιστορία, κάτι τέτοιο, υπό τη μορφή έγγραφης δέσμευσης, δεν έχει ξαναγίνει στη Μεταπολίτευση.
Εξουσία και λεφτά, λοιπόν, για να τα πούμε με απλά λόγια. Αυτό φαίνεται να ισχύει στην περίπτωση των βουλευτών που ψηφίζουν τα πάντα με στρατιωτική πειθαρχία. Αγγίζει τα όρια της κυνικής ομολογίας. Μετά, όμως, και τις ψήφους στις αρχές Ιουνίου για τα προαπαιτούμενα που συμπεριλαμβάνονταν σε νομοσχέδιο για την αλιεία που επί της ουσίας επρόκειτο για επιτυχημένη άσκηση ταπείνωσης, η κατάσταση των 153 που ψήφισαν για κόψιμο των συντάξεων και πάγωμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων, αγγίζει τα όρια της ψυχιατρικής. Ή της θεολογίας.
Οι 153 με θρησκευτική σιωπή, πλέον, ψήφισαν ό,τι υπαγορευόταν προς ψήφιση. Το μέγα ερώτημα ενός τυχαίου υπηρέτη της λογικής θα ήταν “μα δεν διαφωνεί κανείς;”. Από ό,τι φαίνεται, η απάντηση είναι “όχι, κανείς”. Με θρησκευτική προσήλωση οι βουλευτές ψήφισαν ό,τι όριζε το κόμμα δίχως την παραμικρή αντίδραση.
Σιωπηλοί και αυτοί υπομένουν δίχως αντίλογο, φαινομενικά πεισμένοι για το αλάθητο σαν μέλη κάποιας αίρεσης. Πριν από δύο χρόνια μνημόνια σκίζονταν, η επιτροπή για το χρέος έγραφε Ιστορία στα χέρια της Ζωής, τα νταούλια χτυπούσαν και οι ξένοι χόρευαν, το ίδιο χόρευαν και οι Αγανακτισμένοι με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, η Κίνα και η Ρωσία άνοιγαν τις κάνουλες της αθρόας χρηματοδότησης της Ελλάδας και η λογική είχε ήδη αρχίσει να φτιάχνει βαλίτσες στη θαυμάσια αυτή χώρα.
Υπάρχει ένας μεγάλος κίνδυνος όταν κάποιος ανανεώνει καθημερινά τη στρεβλή του σχέση με την πραγματικότητα και την εμμονή του να παρουσιάζει την αντεστραμμένη εκδοχή της. Οταν αυτό συμβαίνει ακόμα και σε κραυγαλέες καταστάσεις, όπως έγινε με τις συντάξεις, ακόμα και η υπόνοια συγγνώμης από την πλευρά του χάνει το νόημά της, ανίκανη να πείσει ακόμα και αυτόν που την εκφέρει. Παράδειγμα, οι δηλώσεις Κουρουμπλή που ανέφεραν ότι “θα πρέπει να ζητήσουμε συγγνώμη από όσους χαρακτηρίσαμε γερμανοτσολιάδες”. Όταν πάνω σε αυτή τη λογική βασίστηκε μια ολόκληρη κοσμοθεωρία επικοινωνιακής στρατηγικής με τόσο σκληρό και θεσμικό τρόπο -ακόμα και από το βήμα της Βουλής- τέτοιες δηλώσεις απογυμνώνουν τη συγγνώμη από την όποια ιερότητά της. Δεν είναι εύκολο να μαζέψεις ένα σκοινί που απλώνεται πέρα από τα όριά σου. Απλά είναι τα πράγματα.
Αλλά και πάλι, δεν είναι κακό να αλλάζουν οι άνθρωποι. Κακό είναι να μην το παραδέχονται και χειρότερο να μην μπορούν να πείσουν ότι αλλάζουν…