Σάββατο, 8 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ, 2025 - 17:52

Ευρωπαϊκή αυτονόμηση και δυνάμει νατοϊκή υπερεξάπλωση

Η κίνηση του Ελσίνκι να υποβάλει αίτηση ένταξης στο ΝΑΤΟ διαψεύδοντας την παράδοση του όρου «φινλανδοποίηση», όπως κυριάρχησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και που παραπέμπει στην έννοια ενός ουδετεροποιημένου και εξαρτώμενου χώρου, τελούντος εν τέλει σε καθεστώς περιορισμένης κυριαρχίας, δημιουργεί νέα δεδομένα στη σχέση Ανατολής - Δύσης και δη ΗΠΑ – Ρωσίας, στον βαθμό που η προσχώρηση της Φινλανδίας σε πρώτη φάση στη νατοϊκή συμμαχία επιφέρει αφεύκτως αντίδραση της Μόσχας επί του προκειμένου, ακριβώς γιατί το Ελσίνκι συνορεύοντας με τον ρωσικό χώρο συνιστά εκ των πραγμάτων έναν κρίκο σε μια αλυσίδα εκλαμβανόμενη από τη Ρωσία ως σύστημα περικύκλωσής της από το ΝΑΤΟ και όχι μόνο.
 
Γράφει ο Χριστόδουλος Κ. Γιαλλουρίδης*
 
Κάτι τέτοιο, κατά τα αναμενόμενα, ουσιαστικά κινητοποιεί τη Ρωσία προς την αντιμετώπιση των νέων δεδομένων, που επηρεάζουν άμεσα τον εγγύτερο διεθνή της περίγυρο, αλλά και το περιφερειακό εν στενή και εν ευρεία εννοία σύστημα διεθνούς ασφάλειας.
Το ερώτημα που τίθεται κατά ταύτα παραπέμπει στο πως προτίθεται να αντιδράσει η Μόσχα για να αντιμετωπίσει τη νέα κατάσταση δυνητικής περικύκλωσής της, όπως επίσης και στο ζήτημα που αναφέρεται στην ευρωπαϊκή πορεία αναζήτησης αυτόνομης πολιτικής ασφάλειας και διαδρομής στον κόσμο της διεθνούς πολιτικής. 
 
Συναφώς σημειώνεται πως η υπερεξάπλωση του ΝΑΤΟ στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο, η οποία και έλκει τις αφετηριακές στιγμές της στα μέσα της δεκαετίας του 1990 με την ένταξη κατά ταύτα των χωρών της Βαλτικής, ενώ σήμερα ενισχύεται «επί τα χείρω» με την επικείμενη ένταξη Φινλανδίας και Σουηδίας, δημιουργεί  συνθήκες δυνάμει κυριαρχίας των ΗΠΑ στην Ευρώπη αποδυναμώνοντας τις προσδοκίες από την εποχή των Ντε Γκολ και Αντενάουερ για τη δημιουργία ενός αυτόνομου συστήματος ευρωπαϊκής ασφάλειας ταυτισμένο με την πολιτική και οικονομική ενοποίηση της Ευρώπης. Η Ευρώπη εμφανίζεται εν προκειμένω να προσχωρεί στην αντίληψη μιας νεκρανάστασης του ΝΑΤΟ, απεκδυόμενη της ικανότητας και δυνατότητας της για αυτόνομη και αυτοδύναμη πορεία επί θεμάτων άμυνας και ασφάλειας. 
 
Η ουκρανο-ρωσική σύγκρουση, ενώ στην αρχή λειτούργησε αφυπνιστικά ως προς την κινητοποίηση ευρωπαϊκών δυνάμεων που με τη παρεμβατική λειτουργία τους στην κρίση θα έθεταν τα θεμέλια για δημιουργία ενός αυτόνομου συστήματος ευρωπαϊκής ασφάλειας, εν συνεχεία δια της δραστικής παρέμβασης του αγγλοαμερικανικού παράγοντα στο όλο πλέγμα της αντιπαράθεσης και  παρακινώντας εν προκειμένω Φινλανδία και Σουηδία να προσχωρήσουν στη νατοϊκή συμμαχία, δημιούργησε συνθήκες αποδυνάμωσης των ευρωπαϊκών προσδοκιών για αυτόνομη πορεία πολιτικής ασφάλειας, απαγκιστρωμένης εν προκειμένω από την αμερικανο-νατοϊκή εποπτεία και χειραγώγηση.
 
Οι τωρινές εξελίξεις περαιτέρω εξάπλωσης του ΝΑΤΟ αγγίζοντας τα σύνορα της Ρωσίας, οδηγούν αφεύκτως τη Μόσχα σε αναζήτηση συμμαχιών και ενδυνάμωση υπαρχουσών τοιούτων, όπως είναι αυτή με την Ινδία, χώρα με την οποία συνδέεται παλαιόθεν με στενούς δεσμούς, ενώ θα πρέπει να αναμένεται και αναζήτηση προσέγγισης περαιτέρω συμμαχικού προσανατολισμού προς το Πεκίνο. Μια τέτοια εξέλιξη θα άλλαζε δραστικά τον χάρτη της διεθνούς πολιτικής, εδραιώνοντας ένα εν τοις πράγμασι τιθέμενο σύστημα σύγκρουσης Ανατολής - Δύσης σε παρούσα διαδρομή. Θα επρόκειτο για μια διαγραφόμενη από τις εξελίξεις διχοτομική τομή του κόσμου όσον αφορά στα κρίσιμα ζητήματα διεθνούς ασφάλειας. 
 
Σε ένα τέτοιο ρωσικό κάλεσμα σύμπραξης και συμμαχικής διάρθρωσης μιας νέας πολιτικής ασφάλειας και προσέγγισης των εξελίξεων της υφηλίου, η Ινδία θα συνέπραττε με τη Ρωσία άνευ εταίρου, ενώ το Πεκίνο δυσκόλως θα ανταποκρινόταν, λαμβανομένων υπόψη των ουνιβερσαλιστικών σχεδιασμών του για αυτόνομη παρουσία στη διεθνή πολιτική, χωρίς όμως να αποκλείεται  σε περίπτωση κινδύνου κατάρρευσης της Ρωσίας η Κίνα να προσέτρεχε σε στήριξή της, αναλαμβάνοντας τοιουτοτρόπως ηγετική κατά ταύτα θέση στην altera pars.
 
Ως προς τις δυο σκανδιναβικές χώρες, που βρίσκονται σήμερα προ των πυλών της ένταξής τους στη νατοϊκή συμμαχία πρέπει να σημειώσουμε πως ανεξαρτήτως του αν θα εγκατασταθούν ή όχι οπλικά συστήματα πυρηνικής δυναμικής στα εδάφη τους στο πλαίσιο του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, το γεγονός και μόνο της ένταξής τους επιφέρει ένα πλήγμα γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής αποδυνάμωσης στη Μόσχα, πράγμα που και η ίδια θα επιδιώξει με κινήσεις υπέρβασης του αδιεξόδου να υπερβεί διατηρώντας τη θέση της ως αξιόπιστου διεθνούς παράγοντα.
 
Συμπερασματικά και εν κατακλείδι, σήμερα βρισκόμαστε ενώπιον ενός διεθνοπολιτικού σκηνικού, όπου η Μόσχα, μετά τις τελευταίες εξελίξεις στο ουκρανικό πεδίο, που παραπέμπουν στην ενεργό παρεμβατική λειτουργία των δυτικών υπέρ του Κιέβου, αλλά και με δεδομένες απρόβλεπτες παράπλευρες του πολέμου εξελίξεις, όπως είναι η επερχόμενη ένταξη Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, οδηγούμαστε σε ένα αγεφύρωτο σχίσμα Ανατολής – Δύσης, όπου οι κίνδυνοι  ως προς την ειρήνη και τη διεθνή ασφάλεια στον κόσμο είναι, όχι μόνο παρόντες, αλλά και σε πορεία μιας δυνάμει απευκταίας ανάφλεξης.
 
*Ο Χριστόδουλος Κ. Γιαλλουρίδης είναι Ομότιμος Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Πάντειο Πανεπιστήμιο